Πίτερ Τέιλορ: Ο «αφανής» ήρωας μιας ποδοσφαιρικής εποποιίας
Το όνομα του κοσμεί τη κεντρική θύρα στο «Σίτι Γκράουντ» της Νότιγχαμ, το άγαλμά του στέκεται επιβλητικά έξω από το γήπεδο της Ντέρμπι και έχει κατακτήσει δύο συνεχόμενες φορές το κύπελλο Πρωταθλητριών. Το όνομα του είναι Πίτερ Τόμας Τέιλορ και το στίγμα που έχει αφήσει στο αγγλικό ποδόσφαιρο είναι πολύ μεγαλύτερο από τη φήμη του.
Το ημερολόγιο έγραφε 17 Δεκεμβρίου 1977 και η Νότιγχαμ διέλυε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο “Όλντ Τράφορντ” με σκορ 4-0 και παράλληλα εδραιωνόταν στη πρώτη θέση. “Στρατηγός” της ομάδας ο διάσημος Μπράιαν Κλάφ που οδηγούσε τους "κόκκινους” στη κορυφή, με τη διαφορά πως στο σύλλογο υπήρχε και ένας άσημος “Στρατάρχης” και δεν ήταν άλλος από τον Πίτερ Τέιλορ.
Μόλις στα 14 του γνώρισε τη μετέπειτα γυναίκα του και άρχισε να παίζει ως τερματοφύλακας στην ερασιτεχνική ομάδα του πατέρα της ωσότου τον δει κάποιος από την Νότιγχαμ Φόρεστ και τον πάρει στην ομάδα. Εκεί δεν κατάφερε να καθιερωθεί και πήρε μεταγραφή στη Κόβεντρι όπου έκανε και τις πρώτες του επίσημες συμμετοχές. Το 1955 πήρε μεταγραφή στη Μίντλεσμπρο, εκεί έμεινε για έξι χρόνια παίζοντας βασικός αλλά το πιο σημαντικό είναι πως γνώρισε τον μετέπειτα συνεργάτη του Μπράιαν Κλάφ. Λένε πως η πρώτη ποδοσφαιρική “ανακάλυψη” του Τέιλορ ήταν ο τότε 22χρονος επιθετικός.
Με την καθοδήγησή του, ο Κλάφ πέτυχε 197 γκολ σε 213 συμμετοχές και έφτασε μέχρι την εθνική πριν τραυματιστεί σοβαρά και αποσυρθεί πρόωρα. Το 1962 ένιωσε πως δεν ήταν σε κατάσταση να παίζει βασικός, με την όρεξη να μην είναι πλέον η ίδια και πήρε τη δύσκολη απόφαση της απόσυρσης. Τότε, ο πρόεδρος της Μπάρτον διέκρινε τις ικανότητες και τις ιδέες του Τέιλορ, μέσω αυτών που είχε πετύχει με τον Κλάφ και του έδωσε την ευκαιρία να ξεκινήσει τη προπονητική του καριέρα. Το μεγάλο ταλέντο του Τέιλορ όμως δεν ήταν το κοουτσάρισμα αλλά η ικανότητα του να ξεχωρίζει μικρούς και ταλαντούχους παίκτες. Έδιωξε σχεδόν όλο το στάφ και τους παίκτες, διατηρώντας μόλις τέσσερις σε σχέση με τη προηγούμενη χρονιά ενώ οι δύο πρώτες μεταγραφές που έκανε στη Μπάρτον έγιναν οι κορυφαίοι σκόρερ στην ιστορία της ομάδας (μέχρι και το 2016) με σύνολο 308 γκολ.
«Μου προσέφεραν τη θέση του προπονητή στη Χάρτλπουλ, η ιδέα δεν με τρελαίνει αλλά αν έρθεις μαζί μου, θα το σκεφτώ», αυτά ήταν τα λόγια του Κλάφ στο τηλεφώνημα που έκανε στο Τέιλορ πριν του το κλείσει στα “μούτρα”. Είχαν να μιλήσουν τέσσερα χρόνια αλλά από εκείνο τον Ιούλιο του 1965 και μετά οι δυο τους θα δημιουργούσαν ένα έπος. Ο Τέιλορ φυσικά και δέχθηκε. Εκεί έμειναν μόλις δύο χρόνια χωρίς να κατακτήσουν κάποιο τίτλο αλλά κατάφεραν να κάνουν ολική μεταμόρφωση της ομάδας που όταν πήγαν εκεί αποτελούταν κυρίως από «αλκοολικούς, χρεωμένους και άπιστους». Το 1967 πήγαν στη Ντέρμπι δημιουργώντας και πάλι νέα ομάδα.
Η τακτική -αγοράζω φθηνά, πουλάω ακριβά- συνεχίστηκε για τον Τέιλορ λέγοντας πως, «ένας προπονητής θα πρέπει πάντα να ψάχνει για σημάδια αποσύνθεσης σε μια νικηφόρα ομάδα και στη συνέχεια να πουλάει αυτούς που ευθύνονται για αυτό πριν η φθορά τους παρατηρηθεί από πιθανούς αγοραστές». Με αυτή τη λογική έφερε στην ομάδα τους Τζόν Μακγκόβερν (ο οποίος έκανε σπουδαία καριέρα μαζί τους και στην Νότιγχαμ) και Ρόι Μακφάρλαντ, έναν ποδοσφαιριστή που εξελίχθηκε σε σημαία της ομάδας της κεντρικής Αγγλίας με 434 συμμετοχές. Εκεί η επιτυχία “άργησε” δυο χρόνια, τόσο τους πήρε να ανεβάσουν την ομάδα από τη δεύτερη στη πρώτη κατηγορία της Αγγλίας ενώ άλλα τόσα χρόνια τους πήρε για να καταφέρουν να πάρουν το πρωτάθλημα από κορυφαίες ομάδες της εποχής όπως η Λίβερπουλ και η Λίντς. «Έφτιαξαν ένα κρουαζιερόπλοιο μέσα από ένα ναυάγιο», είχε πει ο Σάμ Λόνγκσον, ο τότε πρόεδρος της Ντέρμπι.
Το 1973 και μετά από σχεδόν έξι χρόνια επιτυχιών, συμπεριλαμβανομένης και της πρόκρισης στα ημιτελικά του Πρωταθλητριών όπου αποκλείστηκαν από τη Γιουβέντους, οι σχέσεις του Λόνγκσον με τους Τέιλορ και Κλάφ ήρθαν σε ρήξη. Ο λόγος ήταν κυρίως πως παρά τα κατορθώματά τους δεν είχαν τη πλήρη στήριξη της διοίκησης και του προέδρου και έτσι αποχώρησαν. Μετά από ένα αποτυχημένο διάλειμμα στη Μπράιτον, όπου Τέιλορ και Κλάφ πήραν για λίγο χωριστά μονοπάτια ήρθε η ώρα της επανένωσης και της καταξίωσης για το καλύτερο προπονητικό δίδυμο στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Οι δυο τους ανέλαβαν τη Νότιγχαμ Φόρεστ όπου στη πρώτη τους σεζόν κατάφεραν και ανέβηκαν απευθείας από τη δεύτερη στη πρώτη κατηγορία ενώ την ακριβώς επόμενη χρονιά στέφθηκαν πρωταθλητές Αγγλίας. Ένα επίτευγμα που δεν έχει ξαναγίνει μέχρι και σήμερα. Εκείνη τη χρονιά ο Τέιλορ ίσως να έκανε τη μεγαλύτερή του “ανακάλυψη” αγοράζοντας τον Πίτερ Σίλτον, τον έως και σήμερα ρέκορντμαν συμμετοχών με την εθνική Αγγλίας. Ακολούθως Τέιλορ και Κλάφ κατέκτησαν δύο σερί κύπελλα Πρωταθλητριών μεγαλώνοντας τον μύθο τους ακόμα περισσότερο. Άρτσι Γκέμιλ.
Τρέβορ Φράνσις (ο πρώτος Άγγλος που “έσπασε” το φράγμα του ενός εκατομμυρίου λιρών), Μάρτιν Ο’Νίλ και Γκάρι Μπέρτλς είναι λίγοι από τους σπουδαίους ποδοσφαιριστές που ανέδειξε κατά τη θητεία του στη Νότιγχαμ ο ευφυέστατος Πίτερ Τέιλορ. Ο Κλίφ Ράιτ, πρώην παίκτης της Χάρτλπουλ είχε πει πως, «μοιάζουν σαν το καλό μπάτσο και τον κακό μπάτσο, ο Κλάφ θα σε χτυπούσε με μανία στο έδαφος ενώ ο Τέιλορ θα σε σήκωνε και θα προσπαθούσε να σε συνεφέρει». Η αλληλεπίδραση που είχαν ο ένας με τον άλλον ήταν τρομακτική, καθότι ήταν στιγμές που ο ένας συμπλήρωνε φράσεις του άλλου.
Μπορεί ο Κλάφ να είναι ο διάσημος και αναγνωρίσιμος της ιστορίας αλλά ο Τέιλορ ήταν το μυαλό και ο πραγματικός γνώστης του ποδοσφαίρου που κρατούσε σε ισορροπία τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του “Κλάφι”. Το πόσο εξαρτιόταν ο ένας από τον άλλον φάνηκε και όταν ο Κλάφ έμεινε σχεδόν έντεκα παραπάνω χρόνια στη Νότιγχαμ χωρίς τον Τέιλορ και κατάφερε να κατακτήσει μόλις δυο Λίγκ Κάπ. «Δεν έχω την ικανότητα να προπονήσω επιτυχημένα χωρίς τον Πίτερ Τέιλορ, εγώ είμαι η βιτρίνα και αυτός τα καλούδια στην αποθήκη».
Θάνος Κονταξης