Οι αναμνήσεις… ξαναγυρίζουνε
Χαρά , συγκίνηση και πάνω απ’ όλα αλησμόνητες αναμνήσεις μου προκάλεσε η είδηση της πιθανής συμμετοχής και της Αγγλίας στην επαναφορά του Πρωταθλήματος Βρετανίας. Το περίφημο Home Nations Cup ή British Championsip όπως το γνώρισε η γενιά μου ήταν ένα από τα κορυφαία αγωνιστικά ραντεβού της χρονιάς τον παλιό καλό και δυστυχώς μάλλον ανεπανάληπτο εκείνο καιρό.
Βλέπετε εμείς οι σύντομα (ή και κάποιοι ήδη) 50αρηδες είχαμε την τύχη και την ευτυχία να γνωρίσουμε το αγγλικό ποδόσφαιρο στο απόγειο της χρυσής του εποχής. Δεν ήταν φυσικά άλλη από την δεκαετία του 70 όταν οι αγγλικές ομάδες ήταν τα αφεντικά στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και ....κάλυπταν με το παραπάνω τις αδυναμίες της εθνικής της πατρίδας τους στις διεθνείς διοργανώσεις. Οι επιτυχίες βέβαια είχαν ξεκινήσει την αμέσως προηγούμενη δεκαετία με σημαντικότερες πρώτα απ’ όλα φυσικά τον ένα και μοναδικό κορυφαίο θρίαμβο των «λιονταριών» στο επί πατρίου εδάφους Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 καθώς και την κατάκτηση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (επίσης …εντός έδρας ) δύο χρόνια αργότερα στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Και συνεχίστηκαν σ’ εκείνη του 80 πριν η τραγωδία του «Χέιζελ» στα μέσα της βάλει πρόωρο τέλος (μέσω του δούρειου ίππου του χουλιγκανισμού) στην αγγλική υπεροχή στη «Γηραιά Ήπειρο».
Η αξεπέραστη αγγλική δεκαετία του 70
Όμως το 70 ήταν δίχως αμφιβολία το αποκορύφωμα των αγγλικών επιτυχιών διεθνώς. Τότε που στην Ελλάδα είχαμε από τη συχνότητα της κρατικής τηλεόρασης μάθει να λατρεύουμε το ποδόσφαιρο στην έκδοση της …πατρίδας του και πάνω από όλα φυσικά το πολύ-λατρεμένο και από τους ίδιους τους Άγγλους Κύπελλο Αγγλίας. Μ’ αποκορύφωμα βέβαια την κορυφαία του γιορτή , τον τελικό της διοργάνωσης. Της αρχαιότερης παγκόσμια για το δημοφιλέστερο σε κάθε γωνιά του πλανήτη σπορ.
Εποχή στην οποία ξεκίνησε η πιο εκ των έσω γνωριμία μου με το βρετανικό ποδόσφαιρο και δη το αγγλικό μέσω του εξαιρετικού περιοδικού “Shoot”. Δεν είχε καν συμπληρωθεί το πρώτο μισό της δεκαετίας εκείνης όταν ένας πολύ καλός φίλος , συμμαθητής και πάνω από όλα φυσικά ….συμπαίκτης στην ομάδα μας στις αλάνες του Μενιδίου μου άνοιξε την πόρτα της πιο εμπεριστατωμένης γνωριμίας με τον μαγικό κόσμο του αγγλικού ποδοσφαίρου. Τίποτα δεν ήταν το ίδιο από τότε καθώς περίμενα μ’ ανυπομονησία (λαχτάρα για να λέμε τα πράγματα με τα’ όνομα τους) κάθε εβδομάδα την ημέρα που η μητέρα μου (που είχε αναλάβει την αποστολή αυτή) να μου φέρει από ένα από τα περίπτερα της Ομόνοιας τη μικρή αυτή αγγλική ποδοσφαιρική μου Βίβλο. Την οποία δεν αποχωριζόμουν αν δεν είχαν καταναλώσει και τα πιο …ψιλά γράμματα.
Ανάμεσα στα «κεφάλαια» που έμαθα (μέσω αυτής της ανάγνωσης –λατρείας) σχεδόν απέξω και αγάπησα τρελά ήταν και το Πρωτάθλημα Βρετανίας το οποίο ήταν μεν (δίχως να το γνωρίζουμε όλοι) στην τελευταία στροφή της κάτι παραπάνω από αιωνόβιας διαδρομής του.
Ήταν η αρχαιότερη του είδους διοργάνωση καθώς ξεκίνησε το 1884 και κράτησε 101 χρόνια ( ως το 1984) και μακράν η σημαντικότερη από τις πέντε περιφερειακές που διεξήχθησαν σε διάφορες γωνιές της Ευρώπης τον 20ο αιώνα. Μάλιστα καθώς το ποδόσφαιρο μπήκε στο επίσημο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων το 1908 οι νικητές της διοργάνωσης θεωρούνταν η κορυφαία εθνική ομάδα του κόσμου. Σ’ αυτή έπαιρναν φυσικά μέρος οι τέσσερις εκπρόσωποι των ισάριθμων ποδοσφαιρικών ομοσπονδιών της Βρετανίας και ξεκίνησε ως διάδοχη κατάσταση των ετήσιων φιλικών παιχνιδιών που διεξάγονταν μεταξύ τους στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας καθώς και τα πρώτα χρόνια εκείνης του 1880. Ο νικητής ήταν η ομάδα που συγκέντρωνε τους περισσότερους βαθμούς και στην περίπτωση ισοβαθμίας ο τίτλος μοιραζόταν ως το 1979 όταν και εισήχθη το σύστημα της διαφοράς τερμάτων για να αποφασιστεί οριστικά η τύχη του τροπαίου.
Οι Βρετανοί και πάνω απ’ όλους οι Άγγλοι εκτιμούσαν ιδιαίτερα το θεσμό τουλάχιστον ως το φινάλε της διεθνούς με δική τους επιλογή ( καθώς είχαν σνομπάρει τα προπολεμικά Παγκόσμια Κύπελλα) …απομόνωσης τους. Αλλά και μετά το σοκ που γνώρισαν έπειτα από την παρθενική τους διεθνή έξοδο ( την ήττα από τις ΗΠΑ και τον αποκλεισμό στην πρώτη φάση του Μουντιάλ της Βραζιλίας το 1950) η διοργάνωση των γειτόνων στο μεγάλο Νησί εξακολουθούσε να έχει μεγάλη σημασία. Και οι κόντρες των τεσσάρων εθνικών ομάδων (από το 1967 και έπειτα) κάθε Μάιο μετά το τέλος της σεζόν σε σωματειακό επίπεδο κέντριζε το ενδιαφέρον του φίλαθλου κόσμου.
Οι ανεπίσημοι πρωταθλητές κόσμου Σκωτσέζοι
Μάλιστα οι Σκωτσέζοι όταν στις 5 Απριλίου του 1967 θριάμβευσαν 3-2 μέσα στο «Γουέμπλεϊ» (με γκολ των Λόου 27’, Λένοξ 78’ και Μακάλιογκ στο 87’ ) επί της τότε κατόχου του Παγκόσμιου Κυπέλλου Αγγλίας (που είχε σκόρερ τους Τζακ Τσάρλτον 84’ και Χέρστ 88’) και υποχρέωσαν τα «λιοντάρια» στην πρώτη τους ήττα μετά από 19 ματς υπερηφανεύονταν ότι είναι οι ανεπίσημοι παγκόσμιοι πρωταθλητές.
Αλλά και οι Βορειοιρλανδοί από την πλευρά τους που ήταν το 1984 οι τελευταίοι θριαμβευτές της διοργάνωσης ( λόγω καλύτερης διαφοράς τερμάτων από τις υπόλοιπες τρεις συμπατριώτισσες καθώς όλες είχαν από μόλις τρεις βαθμούς ) αστειεύομενοι αποκαλούν την ομάδα τους ακόμη και σήμερα "Πρωταθλητές της Βρετανίας".
Η Αγγλία παραμένει η πολυνίκης της διοργάνωσης με 54 επιτυχίες (14 μοιρασμένες στα δύο , 5 στα τρία και μία στα τέσσερα) ενώ στην 2η θέση είναι η Σκωτία με 40 ( 11-4-1 αντίστοιχα οι δικές της μοιρασιές) και το παζλ των επιτυχιών συμπληρώνουν οι 12 της Ουαλίας (3-1-1 ο απολογισμός των μοιρασιών των «δράκων») και οι 8 της Βόρειας Ιρλανδίας (2-2-1 εκείνες που μοιράστηκε με άλλες ομάδες).
Να σημειωθεί ότι η έκδοση του 1953-54 λειτούργησε και ως προκριματικός όμιλος για το Μουντιάλ της δεύτερης χρονιάς στα γήπεδα της Ελβετίας και εκείνη του 1966- 67 και του 1967-68 για τα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 68 στην Ιταλία.
Στις δεκαετίες του 1960 και 1970 ο θεσμός είχε φθάσει στο ζενίθ του και οι αναμνήσεις μου από τις μεγάλες μάχες της δεύτερης από εκείνες τις περιόδους περιλάμβαναν σπουδαίους άσους του βρετανικού ποδοσφαίρου και ποδοσφαιρικά μου ινδάλματα ουκ ολίγοι εξ αυτών. Ν’ αναφέρω απλά και εντελώς ενδεικτικά, καθώς η λίστα για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των αναμνήσεων μου θα ήταν υπερβολικά μεγάλη, τους Άγγλους Μικ Τσάνον, Τζέρι Φράνσις, Τρέβορ Μπρούκινγκ, τους Σκωτσέζους Άρτσι Γκέμιλ, Ντάνι ΜακΓκρέιν και Γκόρντον ΜακΚουίν, τους Ουαλούς Μικ Φλιν, Πίτερ Νίκολας και Τζόι Τζόουνς και τους Βορειοιρλανδούς Πατ Τζένινγκς, Μάρτιν Ο’ Νιλ και Σάμι ΜακΙλρόι. Για να θυμίσω στους παλιότερους και πρωτο-γνωρίσω στους νεότερους ορισμένους από τους πάμπολλους αστέρες των γηπέδων στο Νησί που πρωταγωνιστούσαν και στο συγκεκριμένο μέτωπο την τελευταία δεκαετία της διαδρομής του.
Μορφές που επαναλαμβάνω αποτέλεσαν τα πρώτα και μάλλον αξεπέραστα για τη γενιά μου πολυαγαπημένα «νησιώτικα» αστέρια. Και η επαναφορά εφέτος της μεγάλης εκείνης διοργάνωσης για όλους εμάς είναι μία άμεση επιστροφή στις παλιές καλές ημέρες όταν εκείνοι κοσμούσαν τα βρετανικά γήπεδα και μας έκαναν να αγαπάμε βαθιά και …αθεράπευτα το αγγλικό ποδόσφαιρο. Και φυσικά αν οι Άγγλοι επιλέξουν να την τιμήσουν και αυτοί με την παρουσία και της εθνικής τους ομάδας η συγκεκριμένη απόφαση σίγουρα είναι κάτι λίαν ευχάριστο για τους θαυμαστές του ποδοσφαίρου της πατρίδας τους που είχαν την τύχη να "ζήσουν " έστω και εξ αποστάσεως ένα μέρος από την μακρά και δίχως αμφιβολία σημαντική για το Νησί 100χρονη και πλέον διαδρομή του θεσμού.