Το όνειρο της Φούλαμ κινδυνεύει να εξελιχθεί σε εφιάλτη
Μία χρονιά που ξεκίνησε με όνειρα και φιλοδοξίες κινδυνεύει να εξελιχθεί στον απόλυτο εφιάλτη για τους Λονδρέζους που έχουν βρεθεί να δίνουν μάχη για την παραμονή τους.
Το τελευταίο σφύριγμα του Άντονι Τέιλορ στον τελικό ανόδου με την Άστον Βίλα στο Γουέμπλει ηχούσε σαν μελωδία στα αυτιά των παικτών της Φούλαμ καθώς επισημοποιούσε την επιστροφή της ομάδας στην Πρέμιελ Λίγκ ύστερα από τέσσερα χρόνια.Όλοι στο σύλλογο ήξεραν πλέον πως η περιπλάνηση τους στο πρωτάθλημα της Τσάμπιονσιπ είχε τελειώσει και όλοι ήταν αποφασισμένοι να μην ξαναγυρίσει η ομάδα τους εκεί.
Σε αυτή την κατεύθυνση λοιπόν ο πάμπλουτος ιδιοκτήτης της ομάδας Σαχίντ Καν έδωσε ένα μεγάλο μπάτζετ στον προπονητή της ομάδας Σλάβισα Γιοκάνοβιτς για να διαμορφώσει το ρόστερ όπως αυτός θέλει και με παίκτες ευγνωσμένης αξίας έτσι ώστε όχι μόνο η ομάδα να μην κινδυνεύσει με υποβιβασμό αλλά να διεκδικήσει και την υπέρβαση όποια και αν είναι αυτή μέσα στην σεζόν.
Έτσι και έγινε λοιπόν με τον Σέρβο προπονητή να αξιοποιεί τα χρήματα που είχε στα χέρια του και να ξοδεύει ένα πρωτοφανή ποσό για τα ιστορικά του συλλόγου.Το συνολικό μέγεθος του ποσού αυτού ξεπέρασε τα 100 εκατομμύρια λίρες κάνοντας την Φούλαμ την τρίτη ομάδα στο Νησί που είχε ξοδέψει τα περισσότερα χρήματα πίσω μόνο από Λίβερπουλ και Τσέλσι στο μεταγραφικό παζάρι του καλοκαιριού.
Ακριβότερη από τις μεταγραφές ήταν του Ζαν-Μισέλ Σερί που αποκτήθηκε από την Νις έναντι 27εκ. λιρών κάνοντας τον την ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου.Ένας άλλος μέσος ο Ζαμπό Ανγκισά που αποκτήθηκε και αυτός από μία άλλη Γαλλική ομάδα,την Μαρσέιγ κόστισε 22,3 εκ. ενώ ο Σέρβος φορ Αλεξάνταρ Μίτροβιτς αφού είχε βοηθήσει με τα γκολ του στην άνοδο της ομάδας στο εξάμηνο που αγωνίστηκε ως δανεικός από την Νιούκαστλ αποφασίστηκε να αποκτηθεί με κανονική μεταγραφή αντί 22 εκ. Με 20 εκ. αγοράστηκε και ο κεντρικός αμυντικός Άλφι Μόουσον προερχόμενος από την Σουόνσι. Επίσης, οι δύο νεοφερμένοι γκολκίπερ Σέρχιο Ρίκο και Φάμπρι κόστισαν συνολικά 17εκ. και ήρθαν για να δώσουν ποιότητα στο τέρμα της ομάδας.Ως δανεικοί ήρθαν ο Βιέτο από την Ατλέτικο Μαδρίτης,ο Σίρλε από την Ντόρντμουντ,ο Τσέιμπερς από την Άρσεναλ και ο Φοσού-Μενσά από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Παίκτες όλοι ικανοί για να δώσουν το κάτι παραπάνω που έψαχνε ο σύλλογος.
Με την απόκτηση όλων αυτών των παικτών,συν τους ήδη υπάρχοντες στο ρόστερ που βοήθησαν την ομάδα να επιστρέψει στα μεγάλα σαλόνια άπαντες πίστευαν πως μπορούσαν να πετύχουν τον στόχο της υπέρβασης που τόσο ήθελαν.Είναι χαρακτηριστικό πως οι μπουκ έδιναν την Φούλαμ σαν φαβορί να τερματίσει μέσα στην πρώτη δεκάδα του πρωταθλήματος μαζί με μία άλλη νεοφώτιστη την Γουλβς που είχε και αυτή με την σειρά της δημιουργήσει ένα ποιοτικό ρόστερ. Μάλιστα οι ποιο τολμηροί έκαναν λόγο πως οι «κότατζερς» μπορούσαν να διεκδικήσουν ακόμα και ένα ευρωπαϊκό εισιτήριο.Όλοι στην ομάδα ανυπομονούσαν για την έναρξη της χρονιάς.Κάπου εκεί όμως ήρθε το πρώτο χαστούκι που θα τους προσγείωνε στην πραγματικότητα.
Ήταν μόλις η πρώτη αγωνιστική για να έρθει η εντός έδρα ήττα από την Κρίσταλ Πάλας με 2-0 και να θυμίσει με το καλημέρα στην Φούλαμ πόσο σκληρή έιναι η Πρέμιερ Λιγκ. Ακολούθησε και η ήττα από την συμπολίτισσα Τότεναμ για να έρθει στην συνέχεια ο εντός έδρας αγώνας με την Μπέρνλι με άπαντες στην ομάδα να θέλουν αυτός ο αγώνας να είναι η σπίθα που θα ανάψει την φωτιά για να πάρει μπροστά η ομάδα για την συνέχεια.Και πράγματι έτσι αποδείχθηκε με την Φούλαμ να νικάει 4-2, με όλους στην ομάδα να πιστεύουν πως αυτή είναι η αφετηρία για μία νέα αρχή.Φευ όμως,στους εννέα επόμενους αγώνες οι Λονδρέζοι δεν ξαναείδαν την χαρά της νίκης μετρώντας μάλιστα μετά από το ισόπαλο 1-1 με την Γουότφορντ έξι συνεχόμενες ήττες, έχοντας προλάβει στο ενδιάμεσο να αποκλειστούν και από το Λιγκ Καπ. Η ομάδα μάλιστα στο ίδιο χρονικό σημείο του πρωταθλήματος έχει μαζέψει λιγότερους βαθμούς ακόμα και από την τελευταία χρονιά που υποβιβάστηκε.Καθόλου καλός οιωνός για την συνέχεια.Πλέον η Φούλαμ είχε βγει από τις ράγες που ήθελε να βαδίσει και υπήρχαν λόγοι για αυτό.
Μία ματιά να ρίξει κάποιος στα στατιστικά της Φούλαμ στο πρωτάθλημα θα δει πως έχει δεχθεί 31 γκολ έχοντας την χειρότερη άμυνα στη κατηγορία και δεχόμενη 2,58 γκολ μ.ο την στιγμή που στην περσινή Τσάμπιονσιπ δεχόταν 0,7 Μ.Ο. θα πει κάποιος διαφορετική η δυναμική των δύο πρωταθλημάτων, αλλά και πάλι η διαφορά είναι μεγάλη. Επίσης,δεν έχει καταφέρει να κρατήσει απαραβίαστη την εστία της σε κανένα φετινό ματς.Ακόμα οι αναχαιτίσεις των επιθέσεων που έχουν οι παίκτες της Φούλαμ είναι μόλις 132 πράγμα που σημαίνει πως δεν έχουν και την καλύτερη αμυντική αντίδραση όταν επιτίθεται η αντίπαλη ομάδα.Στην επίθεση όμως η κατάσταση δεν είναι καλύτερη αφού έχει σημειώσει μόλις 11 γκολ σκοράροντας 0,92 Μ.Ο.
Ένας άλλος λόγος για την κακή πορεία της ομάδας μέχρι στιγμής είναι η κακή αγωνιστική χημεία των παικτών.Από τις δώδεκα μεταγραφές που έγιναν το καλοκαίρι οι πέντε ήρθαν την τελευταία μέρα των μεταγραφών με τους τέσσερις από αυτούς μάλιστα να αγωνίζονται στο ματς της πρεμιέρας με την Πάλας,την στιγμή που ακόμα δεν ήξεραν τα ονόματα των συμπαικτών τους καλά-καλά και δεν είχαν προλάβει να αφομοιώσουν τον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας,ενώ σε κανένα από τα μέχρι στιγμής ματς της χρονιάς η ενδεκάδα δεν έμεινε ίδια.Ταυτόχρονα και η συχνή αλλαγή του συστήματος από 4-3-3 σε 4-2-3-1 ακόμα και 3-4-3 φαίνεται να μπερδεύει τους παίκτες.
Το κακό για της Φούλαμ είναι πως μέχρι στιγμής δεν έχει πάρει πράγματα ούτε από τους παίκτες πού ήταν ήδη στην ομάδα.Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ράιαν Σεσενιόν,ο παίκτης αποκάλυψη της Φούλαμ την περασμένη χρονιά που μόλις στα 18 του χρόνια βοήθησε τα μέγιστα για την άνοδο και θεωρείται ήδη το επόμενο μεγάλο όνομα του Αγγλικού ποδοσφαίρου,φαίνεται να είναι μέχρι στιγμής έξω από τα νερά του και να μην αποδίδει τα αναμενόμενα με την συχνή αλλαγή θέσης από τον προπονητή του να παίζει το ρόλο της.Δύο ακόμα τέτοια παραδείγματα είναι οι μέσοι Γιόχανσεν και Κέρνι με τον τελευταίο να σημειώνει και το γκολ της ανόδου κόντρα στην Αστον Βίλα.Και οι δύο αυτοί παίκτες μπαινοβγαίνοντας στην ενδεκάδα δεν μπορούν να βρουν τον απαιτούμενο ρυθμό που χρειάζεται για να βοηθήσουν την ομάδα τους κάτι που επηρεάζει και τις δύο μεριές.Αντίστοιχο παράδειγμα είναι και του Μπετινέλι,του βασικού τερματοφύλακα της περσινής χρονιάς που έχοντας πια δύο ισάξιους κίπερ μπροστά του έχει χάσει την θέση του βασικού.Ο Μίτροβιτς μοιάζει μόνο να παλεύει όντας πρώτος σκόρερ με πέντε γκολ αλλά και αυτός έχει επηρεαστεί από την συνολική κακή εικόνα της ομάδας.
Φτάνουμε λοιπόν και στο μερίδιο του πρώην πια προπονητή της ομάδας.Ο Γιοκάνοβιτς ανέλαβε την Φούλαμ όταν αυτή πάλευε να αποφύγει τον υποβιβασμό από την Τσάμπιονσιπ και μέσα σε λίγα χρόνια την ανέβασε κατηγορία κερδίζοντας τον σεβασμό των φιλάθλων της ομάδας.Φέτος όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά με τον ίδιο να ανοίγει διάφορα μέτωπα αντιπαράθεσης.Πρώτα άφησε να εννοηθεί πως οι μεταγραφές που έγιναν το καλοκαίρι πέρα από αυτή του Μίτροβιτς δεν ήταν δική του εισήγηση ανοίγοντας έτσι μια κόντρα με την διοίκηση του συλλόγου, φέρνοντας έτσι τα πρώτα «σύννεφα» στην σχέση τους.Επόμενοι που «δέχθηκαν» τα πυρρά του ήταν οι ίδιοι του οι παίκτες όταν μετά την ήττα από την Χάντερσφιλντ τους άδειασε κανονικότατα όταν βγήκε και είπε πως αποκλειστικά αυτοί ευθύνονται που η ομάδα ήταν τελευταία λέγοντας πως αυτός κάνει σωστά την δουλειά του.Μετά και από αυτό το συμβάν το μέλλον του έμοιαζε προδιαγεγραμμένο.Τρεις εβδομάδες νωρίτερα βέβαια ο ιδιοκτήτης της ομάδας πριν από το ματς με την Μπόρνμουθ είπε πως στηρίζει απόλυτα τον προπονητή και τον εμπιστεύεται.Είναι ο ίδιος άνθρωπος που λίγο καιρό μετά του έδειχνε την έξοδο του Κρέιβεν Κότατζ.
Πλέον η εποχή Γιοκάνοβιτς με τα καλά της και τα κακά της τελείωσε.Νέος προπονητής της ομάδας είναι ο Κλαούντιο Ρανιέρι ο οποίος καλείται να φέρει εις πέρας μια επικίνδυνη αποστολή.Ο Ιταλός το ξέρει καλά αυτό καθώς έχει αναλάβει ουκ ολίγες στην καριέρα του και άπαντες στον «οργανισμό» της Φούλαμ από τον ιδιοκτήτη μέχρι τον τελευταίο οπαδό εύχονται ο Ρανιέρι να ολοκληρώσει την αποστολή του γιατί δεν θα αντέξουν να γυρίσουν τόσο σύντομα στην «κόλαση» της Τσάμπιονσιπ που τη βίωσαν για τα καλά στο πετσί τους τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια.
Βασίλης Ταμπραντζής