Ο μοναδικός Ιταλός capitano που έκανε τον Σερ Άλεξ να υποκλιθεί!
Αν θα μπορούσαμε με μια νοητή γραμμή να ακολουθήσουμε την πορεία της κυκλοφορίας του αίματος στις φλέβες από την περιφέρεια προς την καρδιά, θα διαπιστώναμε το σκούρο κόκκινο χρώμα που τις διαποτίζει.
Στις φλέβες του αρχηγού της νοσταλγίας, Πάολο Μαλντίνι, κυλούσε ωστόσο πάντοτε το ερυθρόμαυρο χρώμα της Μίλαν. Του συλλόγου που αγάπησε και αγαπήθηκε όσο κανείς, ορκιζόμενος αιώνια πίστη και αφοσίωση στα μετόπισθεν των «ροσονέρι» για κάτι παραπάνω από τη μισή του ζωή. Σήμερα, ο γοητευτικός τζέντλεμαν του Καμπιονάτο, από τη θέσηπλέον του τεχνικού διευθυντή της ομάδας κλείνει τα 51 του χρόνια και εμείς θυμόμαστε τους λόγους για τους οποίους το νούμερο «3» της Μίλαν δεν θα ξαναφορεθεί ποτέ!
Ποιον Ιταλό παίκτη θαύμασα περισσότερο; Τον Πάολο Μαλντίνι φυσικά, θα αποκριθεί με βεβαιότητα ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον σε επικείμενη ερώτηση, επιβεβαιώνοντας εμφατικά πως το μεγαλείο ενός ποδοσφαιρανθρώπου αποδεικνύεται μέσα από την καθολική αναγνώριση των αντιπάλων του.
«Όταν σκέφτομαι αυτή τη γενιά, ο Λιονέλ Μέσι είναι top-level παίκτης, ο Κακά ήταν εντυπωσιακός, ο Ζιντάνφοβερός αλλά ο αγαπημένος μου ήταν ο Πάολο. Έχει εκπληκτική παρουσία, ανταγωνιστικό πνεύμα, είναι αθλητικός και ηγέτης σε όλες τις ομάδες της Μίλαν σε μία απίστευτα πετυχημένη εποχή. Οι κορυφαίοι έχουν πει τα καλύτερα και παρότι τα λόγια ξεχνιούνται, ο Μαλντίνι θα μνημονεύεται για πάντα…», θα προσθέσει ο εμβληματικός τεχνικός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, οποίος μη μένοντας μονάχα στα λόγια, διεκδίκησε σθεναρά τον σκληροτράχηλο αμυντικό .
Η ιστορία μάλιστα αναφέρει πως στην προσπάθεια του να τον φέρει στο Μάντσεστερ για λογαριασμό της Γιουνάιτεντ, μιλώντας με τον πατέρα του Τσέζαρε, η απάντηση που πήρε ήταν αφοπλιστική. «Ο παππούς μου είναι Μίλαν… ο πατέρας μου είναι Μίλαν… εγώ είμαιΜίλαν… ο γιος μου είναι Μίλαν… ξέχασε το»!
«Il nostro capitano»
Γεννημένος στις 26 Ιουνίου του 1968 στην πόλη του Μιλάνο, ο Πάολο θα κληρονομήσει το ποδοσφαιρικό χάρισμα του πατέρα του Τσέζαρε και προπονητή τουαργότερα στη Σκουάντρα Ατζούρα, στο Μουντιάλ του 1998. Μόνο που στην περίπτωση του ο γιος θα ξεπεράσει την σπουδαία προσφορά του πατέρα, των δυο Ευρωπαϊκών Κυπέλλων την δεκαετία του 60’, κάνοντας το όνομα του συνώνυμο του περάσματος στη εποχή του έκπτωτου ρομαντισμού.
Και αν η έκφραση που χρησιμοποιούσαν οι Λατίνοι για να περιγράψουν τις αρετές της αιώνιας πίστης και αφοσίωσης ( fides aeternum), θα μπορούσε να κοσμήσει ένα πρόσωπο αυτό θα ήταν του ίδιου αγέρωχου αμυντικού, που αφιέρωσε 25 ολόκληρα χρόνια από την ζωή του, από τα 16 μέχρι τα 41 του στη Μίλαν, ως ένας γνήσιος «ροσονέρο».
Συγκεκριμένα, όπως θα καταγράψει σε αφιέρωμα του ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος που βίωσε από κοντά το θαύμα του μιλανέζικου κλάμπ , η συγκομιδή του περιλάμβανε την κατάκτηση του UEFA Champions League για 5 φορές (τις δυο ως Κύπελλο Πρωταθλητριών) πέντε τίτλους στη Serie A, ένα Coppa Italia, ένα Supercoppa Italia, 5 Ευρωπαϊκά Super Cup, 2 διηπειρωτικά κύπελλα και 1 παγκόσμιο κύπελλο συλλόγων της FIFA. Έπαιξε για 14 χρόνια με την Σκουάντρα Ατζούρρα, την ιταλική εθνική ομάδα, φτάνοντας τις 126 εμφανίσεις και σημειώνοντας 7 γκολ.... όταν ο (τεράστιος ως ποδοσφαιριστής και προπονητής) Νιλς Λίντχολμ που του έδωσε το βάπτισμα του πυρός. Η Μίλαν θα έλεγε κανείς πως είχε βρει στο πρόσωπο του, τον οδηγητή, τον καπιτάνο και το απόλυτο σημείο αναφοράς σε κάθε σπουδαία ομάδα των "ροσονέρι" επί εποχής Μπερλουσκόνι.
Ποιος μπορεί να λησμονήσει άλλωστε την ένδοξη Μίλαν της δεκαετίας του 1980 του Αρίγκο Σάκι, του Καπέλο της δεκαετίας του 1990 και φυσικά του αξεπέραστου Κάρλο Αντσελότι της δεκαετίας του 2000. Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών; Μα φυσικά η ευλογία που είχαν να διαχειρίζονται ένα ρόστερ το οποίο στιγμάτισε η φινέτσα, η ολύμπια ψυχραιμία και η κλάση του Μαλντίνι.
Αυθόρμητος, ειλικρινής, αθεράπευτα ρομαντικός, μια ήρεμη δύναμη, ένα ακατέργαστο διαμάντι του ποδοσφαίρου. Αυτός ήταν ο Πάολο Μαλντίνι που γαλουχήθηκε και ανδρώθηκε στους κόλπους της Μίλαν. Η αγνή και άδολη αγάπη του για την στρογγυλή θεά τον έκανε να μην φοβάται τίποτα, ούτε όταν αρκετά χρόνια αργότερα εξομολογήθηκε τον θαυμασμό του στην Γιουβέντους. «Μου άρεσε πολύ η εθνική Ιταλίας του 1978 και σε εκείνη την ομάδα η πλειονότητα ήταν παίκτες της Γιουβέντους. Για δύο χρόνια υποστήριζα τη Γιούβε". Στην παιδική φαντασία όπως αποκάλυψε ονειρευόταν τον εαυτό του να βγάζει σέντρες από τα δεξιά και τον Μπέτεγκα να στέλνει τη μπάλα στα δίχτυα.
Και αν στο σύγχρονο επαγγελματικό ποδόσφαιρο που κάθε έννοια ρομαντισμού και πίστης αποτιμάται και εξαγοράζεται χρηματικά, η περίπτωση του Πάολο Μαλντίνι φαντάζει ως απομεινάρι μιας περασμένης εποχής, της εποχής της νοσταλγίας. Συνεπώς οφείλουμε να τον ευχαριστήσουμε όχι μόνο για την ποδοσφαιρική προσφορά του, αλλά κυρίως γιατί μας δίδαξε να αγαπάμε ανιδιοτελώς!
tanti auguri il capitano!
Κωσταντίνα Θεοδώρου