Η μέθοδος του Μουρίνιο και η... αντίθεση της Τότεναμ

Στις 02 Απριλίου 2011, ένα σπάνιο ρεκόρ έμελλε να «σπάσει». Μετά από 9 χρόνια, 1 μήνα, και 10 ημέρες, το εντός έδρας αήττητο σερί του Μουρίνιο, με 150 αγώνες με την Τσέλσι, την Ίντερ, και την Ρεάλ, καταρρίφθηκε. Ήταν ένα ματς της Ρεάλ Μαδρίτης με την Σπόρτιγκ Χιχόν που έβαλε τέλος σε αυτό το εντυπωσιακό ρεκόρ. Ένας από τους πυλώνες της μεθόδου του Μουρίνιο, είναι η δημιουργία ενός «κάστρου» για κάθε του ομάδα, στο οποίο κάθε φιλοξενούμενος αντίπαλος φοβάται να παίξει και θεωρείται δε σχεδόν πλήρως φυσιολογικό να βρίσκεται πίσω στο σκορ στα πρώτα 20-30 λεπτά κάθε παιχνιδιού.  



Η μέθοδος του Μουρίνιο και η... αντίθεση της Τότεναμ

Όταν ο Μουρίνιο αντικατέστησε τον Ποτσετίνο στον πάγκο της Τότεναμ, στις 20 Νοεμβρίου του 2019, είχε σίγουρα στο μυαλό του την δημιουργία μιας απόρθητης έδρας για τα σπιρούνια του Βόρειου Λονδίνου. Όλες οι παράμετροι ήταν με το μέρος του. Ένα ολοκαίνουργιο γήπεδο, πραγματικό στολίδι, με χωρητικότητα 62.000 θέσεων, θα γινόταν σίγουρα μια έδρα-φόβητρο για κάθε αντίπαλο.

Άλλωστε η Τότεναμ ποτέ δεν ήταν εύκολη αντίπαλος για κανέναν στα εντός έδρας παιχνίδια της, κάτι που είχε ο ίδιος γνωρίσει από τις προηγούμενες θητείες του σε Τσέλσι και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Δημιουργώντας μια απόρθητη έδρα, ο Μουρίνιο θα εξασφάλιζε σίγουρα τις πρώτες 5-6 θέσεις στην βαθμολογία και σταδιακά θα έφερνε την Τότεναμ στην πρώτη τετράδα, ίσως και ψηλότερα, όπως άλλωστε συνέβη στις αρχές της φετινής σεζόν.

Τι θα μπορούσε να πάει στραβά; Ένα γεγονός πραγματικά απρόβλεπτο, με παγκόσμια εμβέλεια και τρομακτικές συνέπειες σε κάθε μορφή κοινωνικής δραστηριότητας όπως την ξέραμε μέχρι τώρα. 

Ο κορονοϊός, έφερε τα άδεια γήπεδα, και μαζί με την καθίζηση στα έσοδα των ομάδων, ήρθε και η πτώση όσων είχαν πάντα σκληροτράχηλες έδρες. Μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί πόσο διαφορετικό είναι το άδειο γήπεδο σε αντίθεση με ένα όπου ο ύμνος των σπιρουνιών θα ακουγόταν στην αρχή και στο τέλος κάθε αγώνα. Πώς θα ήταν το επίπεδο πίεσης στον αντίπαλο σε κάθε επιθετική του προσπάθεια. 

Αν όχι, αρκεί να σκεφτείτε πόσο επηρεάστηκε φέτος μια άλλη ομάδα με έδρα-φόβητρο, η Λίβερπουλ. Δυστυχώς για τον Μουρίνιο, ο «μαύρος κύκνος» του κορονοϊού είχε καταλυτική επίδραση στα σχέδια του.

Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος παράγοντας που έχει επηρεάσει την απόδοση της ομάδας του φέτος και δεν είναι άλλος από τον τρόπο που ο ίδιος ο Πορτογάλος στήνει κάθε του ενδεκάδα. Αν κοιτάξουμε πίσω στις τρείς ομάδες με τις οποίες έχτισε το μοναδικό αήττητο εντός έδρας σερί θα βρούμε πολλές ομοιότητες. 

Πάντοτε είχε έναν τερματοφύλακα κλάσης. Ο Τσέχ στην Τσέλσι, ο Ζούλιο Σέζαρ στην Ίντερ και ο Κασίγιας στην Ρεάλ, υπήρξαν όλοι από τους κορυφαίους τερματοφύλακες σε παγκόσμια κλίμακα. Ίσως δε, ο Γάλλος Γιορίς, παγκόσμιος πρωταθλητής με την το 2018, να είναι ένας από τους λίγους από την σημερινή ομάδα της Τότεναμ, που ταιριάζει γάντι στην μέθοδο του Μουρίνιο.

Συνεχίζουμε την σύγκριση με μερικά από τα πιο ταλαντούχα αριστερά μπακ που πέρασαν ποτέ από τα ευρωπαϊκά γήπεδα. Ο Άσλεϊ Κόουλ στην Τσέλσι, ο Χαβιέ Ζανέτι στην Ίντερ και ο Βραζιλιάνος Μαρσέλο, υπήρξαν κομβικοί κρίκοι στην αλυσίδα επιτυχιών του Μουρίνιο. Δεν ήταν μόνο φόβητρο για κάθε αντίπαλο δεξί εξτρέμ, αφού γίνονταν βδέλλες πάνω του και κατέστρεφαν τις όποιες δυνατότητες επίθεσης από την πλευρά ελέγχου τους, αλλά, μπορούσαν με χαρακτηριστική άνεση να «ανεβούν» στο γήπεδο, να κυριαρχήσουν σε όλη την πτέρυγα, και να δώσουν φαρμακερές πάσες στα σέντερ φόρ των ομάδων τους. 

Προφανώς, ούτε ο Μπεν Ντέιβις, ούτε ο Σέρχιο Ρεγκιγιόν, μπορούν να συγκριθούν με τα ιερά αυτά τέρατα, όμως εκτός από την αδυναμία τους να γίνουν τα αριστερά μπακ που θα φοβάται ο αντίπαλος, έχουν υποπέσει και σε σωρεία λαθών την φετινή σεζόν, με τελευταίο το «τσάμπα» πέναλτι που παρεχώρησε ο Ρεγκιγιόν την Παρασκευή το βράδυ υπέρ της Έβερτον. 

Το ματς έληξε 2-2, ακόμη ένα που η Τότεναμ προηγείται αλλά δεν καταφέρνει να κερδίσει.

Αν αναλογιστούμε τα αμυντικά χαφ που είχε στην διάθεσή του ο Μουρίνιο στις θητείες του όταν κατόρθωσε το αήττητο σερί, σίγουρα η σύγκριση δεν είναι υπέρ της τωρινής Τότεναμ. Πώς να είναι άλλωστε όταν ο Μουρίνιο βρήκε στην Τσέλσι τον ακούραστο Μακελελέ, στην Ίντερ τον εργάτη Καμπιάσο - που πέρασε αργότερα και από τον Ολυμπιακό - και τέλος στην Ρεάλ έναν παίκτη εργαλείο, τον Τσάμπι Αλόνσο. Αυτοί είχαν την δυνατότητα να παρέχουν αστείρευτη κάλυψη στα μετόπισθεν των ομάδων τους. Τόσο ο Χάρι Γουίνκς, αλλά και ο Μούσα Σισσόκο καθώς και ο Ντονμπελέ της σημερινής Τότεναμ δεν έχουν καταφέρει να εξελιχθούν σε στυλοβάτες της ομάδας τους. Είτε οι τραυματισμοί, είτε η χημεία που δεν υπάρχει με τους αμυντικούς τους, κάνουν την Τότεναμ να υποφέρει από την συνολική της αμυντική λειτουργία, που θα έπρεπε να ξεκινάει βάσει της μεθόδου του Μουρίνιο, στο κέντρο του γηπέδου.

Μιας και αναφερθήκαμε στην αμυντική λειτουργία, δεν θα μπορούσαμε να αφήσουμε εκτός της κουβέντας τα σέντερ μπακ με τα οποία οι ομάδες του Μουρίνιο... έκαναν παρέλαση στα εθνικά τους πρωταθλήματα. Τζον Τέρι, Ρικάρντο Καρβάλιο στην Τσέλσι μετέτρεψαν το να δεχθούν γκολ οι «μπλε» του Λονδίνου σε μια εξίσωση που δύσκολα μπορούσε να λύσει ο αντίπαλος.

Σκληροί, γρήγοροι, και δίχως τον παραμικρό ενδοιασμό να βάλουν τα πόδια τους στην φωτιά, οι δύο στόπερ της Τσέλσι είχαν προσφέρει ένα μοναδικό αμυντικό κρεσέντο κατά την διάρκεια της σεζόν 2004-2005, με την ομάδα τους να δέχεται συνολικά 15 τέρματα. 

Στην Ίντερ, ο Μουρίνιο έστησε το αμυντικό του τείχος με τον Βραζιλιάνο Λούσιο και τον Σάμουελ. Αργότερα προστέθηκε ο Ματεράτσι. Αποτέλεσμα; 20 γκολ παθητικό. Προφανώς δεν χρειάζεται να αναλύσουμε τι κατάφερε στην Ρεάλ, με αμυντικό δίδυμο τους Ράμος και Πέπε, ίσως τους πιο σκληρούς αμυντικούς στην Ευρώπη τα τελευταία 15 χρόνια. 

Πλήρης η αντίθεση με την φετινή Τότεναμ, που πραγματικά πελαγοδρομεί στην άμυνα. O Βέλγος Αλντερβάιρελντ είναι χαρακτηριστικά μόνος του. Οι νέοι και ελπιδοφόροι Τανγκάνγκα και Οριέ απλώς δεν μπορούν να προσφέρουν σταθερότητα.

Η επίθεση, μια ακόμη πετυχημένη συνταγή του Πορτογάλου, είναι ένα αίνιγμα για την φετινή Τότεναμ. Γιατί μπορεί ο Χάρι Κέιν να είναι όντως της ίδιας κλάσης με τον Ντρογκμπά της Τσέλσι, τον Μιλίτο της Ίντερ και τον Μπενζεμά της Ρεάλ, αλλά δεν αρκεί μόνο ένας σέντερ φορ.

Δεν υπάρχουν τα επιθετικά χαφ να τον στηρίξουν. Ο Ντέλε Άλι είναι ήδη με το ένα πόδι εκτός ομάδας, εκεί που στην θέση του ο Μουρίνιο έβρισκε σε κάθε του ομάδα παίκτες κλειδιά, όπως ο Οζίλ στην Ρεάλ, ο Σνάιντερ στην Ίντερ, και ο Λάμπαρντ στην Τσέλσι. 

Προσπάθησε να το κάνει, με την επιστροφή του Γκάρεθ Μπέιλ, αλλά εκείνος ήταν σχεδόν απροετοίμαστος για τον ρυθμό των επαναλαμβανόμενων παιχνιδιών της φετινής Πρέμιερ Λιγκ. 

Ο φιλότιμος Λούκας Μόουρα και ο βιρτουόζος Έρικ Λαμέλα, δεν μπορούν να παίξουν τον ρόλο του Άριεν Ρόμπεν, του Τζό Κόουλ της Τσέλσι ή του Κριστιάνο Ρονάλντο της Ρεάλ του Μουρίνιο.

Συμπερασματικά, ο Πορτογάλος βίωσε μια δύσκολη χρονιά στην Τότεναμ. 

Η απώλεια του όπλου της έδρας, και η αδυναμία των παικτών του να σταθούν στο ύψος που η Τότεναμ θέλει να ανέλθει τον έφεραν αντιμέτωπο με την πιο σκληρή σεζόν της καριέρας του.

Μέχρι την επόμενη. Η απόλυση που ήρθε σήμερα το πρωί επιβεβαιώνει ότι στην Πρέμιερ Λιγκ του 2021, κανένας προπονητής δεν μπορεί να αισθάνεται σίγουρος. Ούτε καν ο ‘Special One’.

Άκης Βαλαβάνης

Follow me on Instagram @LockdownFootball