Τον Μπράιαν Κλαφ μπορούσες να τον αγαπήσεις ή να τον μισήσεις, πάντως δεν μπορούσες να τον αγνοήσεις!
Θα μπορούσες να τον αγαπήσεις ή να τον μισήσεις. Ωστόσο, ποτέ δεν μπορούσες να αδιαφορήσεις γι' αυτόν! Ήταν αλαζόνας και συνάμα γενναιόδωρος, αδιάλλακτος αλλά και γεμάτος ανασφάλειες αν και πολύ πετυχημένος, όπως λέει ο ίδιος του ο γιος, Νάιτζελ. Ανήμερα της ημέρας που ο Μπράιαν Κλαφ θα γιόρταζε τα 87α γενέθλιά του, ο Χρηστος Σωτηρακόπουλος γράφει για τον κορυφαίο προπονητή που δεν ανέλαβε ποτέ την εθνική ομάδα τη χώρας του.
Οι ατάκες του έχουν μείνει στην ιστορία. Η κατάκτηση δυο διαδοχικών Κυπέλλων Πρωταθλητριών με τη Νότιγχαμ Φόρεστ την οποία είχε αναλάβει ως ομάδα της σημερινής Τσάμπιονσιπ, μόλις τέσσερα χρόνια πριν το πρώτο τρόπαιο, ούσα μία μέτρια ομάδα που πάλευε να κρατηθεί στη δεύτερη κατηγορία. Ωστόσο, τόνοι μελάνι και μέτρα κινηματογραφικού φιλμ χρησιμοποιήθηκαν για να καταγράψουν την πιο θλιβερή περίοδο της καριέρας του, τις (μόλις) 44 ημέρες που έμεινε στον πάγκο της, τότε πρωταθλήτριας, Λιντς Γιουνάιτεντ, το καλοκαίρι του 1974.
Φαίνεται πως το φόρτε του ήταν να μεταμορφώνει τις άγνωστες ομάδες σε βασίλισσες και αυτό γιατί πριν την οδυνηρή εμπειρία στο «Έλαντ Ρόουντ» είχε καταφέρει να κάνει τη Ντέρμπι Κάουντι πρωταθλήτρια Αγγλίας και να την οδηγήσει μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών! Στο πλευρό του στον πάγκο βρισκόταν πάντα ο Πίτερ Τέιλορ, με τον οποίο ο Κλαφ υπήρξε συμπαίκτης στη Μίντλεσμπρο και ήταν εκείνος που τον βοήθησε να κάνει restart στην ποδοσφαιρική του καριέρα όταν επέστρεψε από τη στρατιωτική του θητεία.
Ένα παιδί από την την εργατική τάξη, από πολυμελή οικογένεια που έβαλε το ποδόσφαιρο πάνω από το σχολείο, το να πρέπει να εγκαταλείψει λόγω τραυματισμού τους αγωνιστικούς χώρους στην ηλικία των 29 θα μπορούσε να ήταν αιτία κατάρρευσης. Για τον Κλαφ όμως σήμανε απλά την αρχή της αντεπίθεσης.
Ανέλαβε το 1965 τη Χάρτλπουλ που ήταν στο όριο της εξαφάνισης και δυο χρόνια μετά ξεκίνησε την αναμόρφωση της Ντέρμπι που αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία φέρνοντας φθηνούς παίκτες όπως ο Ρόι Μακ Φάρλαντ, ο Τζον Ο’Χερ, ο Τζον Μακ Γκόβερν και αργότερα ο Άρτσι Γκέμιλ.
Ως σοσιαλιστής φρόντιζε να βρίσκεται στο πλευρό των εργατών. Το 1972 - χρονιά που η Ντέρμπι κατέκτησε το πρωτάθλημα - πήρε κάποιους ποδοσφαιριστές και πήγε εκεί όπου ήταν συγκεντρωμένοι απεργοί ανθρακωρύχοι. Υποχρέωσε τους παίκτες να μείνουν στη γραμμή περιφρούρησης λέγοντάς τους: «Το μάθημα που πρέπει να διδαχθείτε είναι το καλό που σας προσφέρει το ποδόσφαιρο σε σχέση με τις στοές των ανθρακωρυχείων που πρέπει να εργάζονται αυτοί οι άνδρες».
Το ίδιο συνέβη και την επόμενη ημέρα με τους υπόλοιπους παίκτες της ομάδας!
Η παραίτησή του ήρθε τον χειμώνα του 1973 λίγους μήνες μετά την συμμετοχή στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και τον αποκλεισμό από την Γιουβέντους.
Αιτία ένας έντονος καυγάς του Κλαφ με τον ιδιοκτήτη του συλλόγου.
Συμφώνησε με την Μπράιτον έχοντας πάντα δίπλα του τον Πίτερ Τέιλορ, που ήταν το alter ego του, αλλά το καλοκαίρι του '74 - μόνος - ο Κλαφ πήρε τη λάθος απόφαση να πάει στην πρωταθλήτρια Λιντς...
Άντεξε μόλις 44 ημέρες.
Όσο και αν προσπάθησε να επιβάλλει το δικό του, οι παίκτες τους οποίους στο παρελθόν είχε καυτηριάσει αποδείχθηκαν σκληρά καρύδια.
Τον Γενάρη του 1975, οι δυο συνεργάτες ενώνουν και πάλι τις δυνάμεις τους και αναλαμβάνουν τις τύχες της αιώνιας αντιπάλου της Ντέρμπι, της Νότιγχαμ Φόρεστ παίρνοντας τρεις παίκτες από την ομάδα των «κριαριών» (Μακ Γκόβερν, Ο ‘Χερ και Γκέμιλ). Άνοδος το 1977, πρωτάθλημα το 1978, ευρωπαϊκό Κύπελλο το 1979 και το 1980, συν ένα Σούπερ Καπ κόντρα στην Μπαρτσελόνα την ίδια εποχή.
Η φιλία του Κλαφ με τον Τέιλορ έληξε στις αρχές της δεκαετίας του '80. Αφορμή λέγεται πως ήταν η απόκτηση του Τζον Ρόμπερτσον που αγωνιζόταν στη Φόρεστ, από την Ντέρμπι, στην οποία προπονητής ήταν ο Τέιλορ χωρίς να τον ενημερώσει προηγουμένως. Οι σχέσεις δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να παραβρεθεί το 1990 στην κηδεία του πρώην συνεργάτη του και να μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για εκείνον.
Από το 1993 οπότε και αποσύρθηκε από τους πάγκους (μετά από 18 χρόνια παρουσίας στη Νότιγχαμ Φόρεστ) πάλεψε να νικήσει τον αλκοολισμό με τον οποίο είχε ανέκαθεν …στενές επαφές.
Η παράκληση του εγγονού του να σταματήσει το πότο ήταν η κινητήριός του δύναμη. Η ζημιά όμως είχε γίνει. Το 2003 χρειάστηκε μεταμόσχευση ήπατος και ο χρόνος είχε ήδη ξεκινήσει να μετρά αντίστροφα.
Άντεξε είκοσι μήνες και έφυγε από την ζωή σαν σήμερα πριν από 16 χρόνια.
Υπάρχουν ομοιότητες με τον Μουρίνιο λένε πολλοί, αλλά με μια πολύ σημαντική διαφορά. Ο Κλαφ από το στραπάτσο του στις 44 μέρες στη Λιντς έμαθε, ενώ, ο Μουρίνιο απ' ότι φαίνεται, ούτε από το στραπάτσο με την Τσέλσι ούτε από αυτό με τη Γιουνάιτεντ, αλλά ούτε και απ' τη θητεία του στην Τότεναμ άλλαξε μυαλά.
Ο Κλαφ ήταν ο πρώτος, ενώ ο Πορτογάλος αυτός που ακολούθησε με τέτοιο τρόπο που πιστεύει κανείς πως έχει … αποστηθίσει τα πάμπολλα βιβλία που κυκλοφορούν για τη ζωή του Βρετανού μάνατζερ.
Βλέπετε, πολλά χρόνια πριν ο Μουρίνιο χρίσει τον εαυτό του «special one», ο Άγγλος συνάδελφός του είχε δηλώσει: «Δεν θα έλεγα ότι ήμουν ο καλύτερος προπονητής στον κόσμο. Αλλά υπήρξα στο τοπ-1»...