Η Γιουνάινεντ οφείλει να στηρίξει τον Τεν Χαγκ, αλλά για να το κάνει, πρέπει να αντιληφθεί τα λάθη της τελευταίας πενταετίας!

Πρόκειται σαφώς για μία περίοδο αναδόμησης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με το βασικότερο στόχο όλων να έχει επιτευχθεί από νωρίς. Ήρθε καινούργιος προπονητής. Ο Έρικ Τεν Χαγκ, ο οποίος έχει την όρεξη και πιθανώς την ικανότητα να αλλάξει το πράγμα, αλλά οφείλει να βασιστεί σε ορισμένες προϋποθέσεις. Στο μπάτζετ και σε ορθολογικές μεταγραφικές κινήσεις και έπειτα στους ανθρώπους που έχει δίπλα του, προκειμένου να καταρτιστεί ένα πλάνο πενταετίας. Είναι ικανοί οι «κόκκινοι διάβολοι» όμως να πιστέψουν σε αυτό ή θα επαναλάβουν τα λάθη του παρελθόντος; Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος.  



Η Γιουνάινεντ οφείλει να στηρίξει τον Τεν Χαγκ, αλλά για να το κάνει, πρέπει να αντιληφθεί τα λάθη της τελευταίας πενταετίας!

Μπορεί ο Ολλανδός να αποτελεί και την πρώτη, νορμάλ επιλογή της διοίκησης μετά από τέσσερα συνεχόμενα λάθη και εντελώς κακή διαχείριση καταστάσεων.

Ο Τεν Χαγκ καταφθάνει και το πρώτο πράγμα που θα κάτσει να αναλύσει είναι το ρόστερ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Του δίνεται η δυνατότητα να αλλάξει ό,τι ο ίδιος κρίνει και του διατίθενται 250 εκατομμύρια για να τα ξοδέψει όπως νομίζει. 

Ακούγονται πολλά, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Πόσω μάλλον για μία ομάδα στην κατάσταση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η οποία την δεδομένη χρονική στιγμή πληρώνει υπεραξία. Ό,τι δηλαδή έκανε και συνεχίζει να κάνει η Άρσεναλ τα τελευταία δύο χρόνια, που έκανε την 3η πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία της με τον Μπεν Γουάιτ. 

Ό,τι έκανε η Τσέλσι με τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς, ό,τι έκανε και η Λίβερπουλ, στο ξεκίνημα της θητείας του Γιούργκεν Κλοπ στο «Άνφιλντ».

Κάτι που πιθανώς θα πάθει και η Νιούκαστλ και γενικώς είναι μία εμπειρία που βιώνει κάθε club που έχει την ανάγκη να ξοδέψει. Πατάς πάνω στην ανάγκη του και το αναγκάζεις να πληρώσει πολύ, ώστε να έχεις και μεγαλύτερο κέρδος, από ρόστερ, αλλά κυρίως μία διαφορετική νοοτροπία.

Ένα πλάνο που διαρκεί από 3 μέχρι και 5 χρόνια, στα οποία στόχοι θα είναι: Ένας τίτλος, η επιστροφή στο Champions League και η παραμονή στην 4η θέση. 

Από εκεί και πέρα, αν και οι τρεις περιπτώσεις στεφθούν με επιτυχία, ακολουθεί η διεκδίκηση του πρωταθλήματος, μιας και προς το παρόν, η Σίτι και η Λίβερπουλ, απέχουν έτη φωτός από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Το βασικότερο από όλα όμως είναι η στήριξη στον Τεν Χαγκ και ένα mindset που δεν θα πιέζει τον Ολλανδό, αλλά θα διευκολύνει το έργο του.

Ίσως έτσι, νιώσει και αυτός την στήριξη της διοίκησης και αντιληφθεί πως τα πράγματα στην Αγγλία, δεν διαφέρουν από το «ουτοπικό» της Ολλανδίας.

Η Γιουνάιτεντ χάνει το Κύπελλο και πέντε χρόνια μετά, ο Μουρίνιο μετρά μία περισσότερη κατάκτηση από τον πρώην σύλλογο που είχε στα χέρια του.

Δίνουν στην συνέχεια τα «κλειδιά» στον Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ. Ο Νορβηγός αναλαμβάνει την τεχνική ηγεσία της αγαπημένης του ομάδας και η παρουσία του στον πάγκο, συνδέεται αυτομάτως με το ποδοσφαιρικό του παρελθόν. Ποιο είναι το πλεονέκτημα λοιπόν που έχει έναντι του Μουρίνιο; Η πίστωση χρόνου.

Πηγαίνει καλά στην πρώτη του χρονιά στο «Όλντ Τράφορντ», βγάζει την ομάδα στην 2η θέση, κάνει ρεκόρ εκτός έδρας, όντας αήττητος για όλη την σεζόν και φτάνει στον τελικό του Europa League, το οποίο χάνει από την μετρ του είδους… Βιγιαρεάλ.

Κάπου εκεί, μπαίνει το δίλημμα… «Κρατάμε ή διώχνουμε τον Σόλσκιερ;». Και η απάντηση είναι «τον κρατάμε». Τα ρεκόρ μετρούν, η 2η θέση είναι εξαιρετική, ο τελικός μπορεί να χάθηκε αλλά αποτελεί μία παρακαταθήκη για το μέλλον και το συμβόλαιό του πρέπει να ανανεωθεί.

Αυτομάτως, το πράγμα για τον Νορβηγό δυσκολεύει. Παύει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της διοίκησης και την ανοχή του κόσμου στα στραβά αποτελέσματα. Πρέπει να κάνει καλύτερη σεζόν από την προηγούμενη και αυτό δεν είναι απλό. Πώς η Γιουνάιτεντ θα συγκέντρωνε ξανά πάνω από 72 βαθμούς; Θα έπρεπε είτε να μείνει αήττητη ξανά εκτός έδρας και να βελτιώσει την συγκομιδή της στο «σπίτι» της, πράγμα δύσκολο, είτε να χάσει κάποια ματς εκτός, αλλά να μετουσιώσει το «Όλντ Τράφορντ» σε κάστρο.

Αμφότερα επιχειρήματα δεν έβγαζαν λογική και παρά τη μεταγραφή του Κριστιάνο Ρονάλντο και τον ενθουσιασμό που αυτή επέφερε, το project φαίνεται να καταρρέει από τις πρώτες αγωνιστικές. 

Η ήττα με 4-1 από την Γουότφορντ αποτελεί το κύκνειο άσμα του Σόλσκιερ στον πάγκο και μένει να δούμε ποιος είναι ο επόμενος.

Το όνομά του; Ραλφ Ράνγκνικ, με τον Γερμανό να αποδέχεται πως θα παραμείνει για 6 μήνες στο Μάντσεστερ και εν συνεχεία… βλέπουμε. Πλήρως αποτυχημένη επιλογή και πολυάριθμα αρνητικά ρεκόρ στο τέλος της αγωνιστικής περιόδου. Η Γιουνάιτεντ μένει εκτός Champions League, τερματίζει στην 7η θέση, με την χαμηλότερη βαθμολογική συγκομιδή της ιστορίας της, και έχοντας σκοράρει τα λιγότερα γκολ σε μία σεζόν, στην εποχή της Premier League.

Άπαντες καταλαβαίνουν πως από την αποχώρηση του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον και έπειτα, το πράγμα από κάπου… μπάζει. Η ομάδα φθείρεται, οι επιλογές προπονητών δεν έχουν ιδιαίτερη λογική και πλέον ζητούμενο αποτελεί η πρόσληψη κάποιου με πλάνο πενταετίας.

Και κάπως έτσι φτάνουμε στο… σήμερα, με τον Έρικ Τεν Χαγκ να αφήνει τον Άγιαξ, με τον οποίο έκανε εξαιρετική δουλειά, για να αναλάβει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μπορεί ο Ολλανδός να αποτελεί και την πρώτη, νορμάλ επιλογή της διοίκησης μετά από τρία, τέσσερα συνεχόμενα λάθη και εντελώς κακές διαχειρίσεις στο υλικό και τον… κουμανταδόρο του.

Συνεπώς, τα 250 εκατομμύρια για μία ολική αναδόμηση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν φτάνουν ούτε για «ζήτω». Από εκεί και πέρα, το 2ο λάθος πριν καν ξεκινήσει η σεζόν της ομάδας, είναι το γεγονός πως βγήκαν δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι ο CEO  των «κόκκινων διαβόλων» κανόνισε έξοδο με αντιπροσωπεία των οπαδών, για συζήτηση και… μπύρα.

Μία κίνηση που αναδεικνύει ξεκάθαρα την έλλειψη συγκέντρωσης και διαχείρισης και που δεδομένα δεν θα λάμβανε χώρα από τον Λίβι της Τοτεναμ, την Γκρανόβσκαγια της Τσέλσι, τον Έντουαρντς που είχε η Λίβερπουλ, τον Μπεγκιριστάιν της Μάντσεστερ Σίτι! 

Και είναι λογικό. Σε μία τέτοια θέση, οφείλεις και πρέπει να έχεις μία απόσταση από τον κόσμο, αντιλαμβανόμενος όμως τις ανησυχίες του. Η έξοδος με μερίδα οπαδών και η συζήτηση σε φιλικό επίπεδο, όχι μόνο δεν είναι λύση, αλλά αναδεικνύει και την δική σου ανασφάλεια. Γίνεσαι μέρος του προβλήματος, δεν προσπαθείς να το λύσεις.

Και τελικά ποια είναι η λύση; Η συνειδητοποίηση από όλους πως μιλάμε για ένα εντελώς καινούργιο project. Μία καινούργια ομάδα, που χρειάζεται πολλές προσθαφαιρέσεις στο ρόστερ της, αλλά κυρίως μία διαφορετική νοοτροπία.