Η Άρσεναλ έχει ανάγκη τον Χάβερτς, αλλά και εκείνος την Άρσεναλ - Πιο ιδανικό πάντρεμα δεν θα μπορούσε να συμβεί!

Ζήτημα χρόνου αποτελεί η ολοκλήρωση της μεταγραφής του Κάι Χάβερτς στους «κανονιέρηδες», με τον παίκτη να βρίσκεται σε κατάσταση που σίγουρα οποιαδήποτε ομάδα αποτελεί σωτήρια έξοδο από την οριακά υπό διάλυση Τσέλσι. Πόσο μάλλον, δε, μια αρκετά ανεβασμένη Άρσεναλ με μπροστάρη τον Αρτέτα. Ας δούμε όμως, γιατί ο Κάι αποτελεί την καλύτερη μεταγραφή, μετά τον Ντέκλαν Ράις, για την ομάδα του Ισπανού τεχνικού.



Η Άρσεναλ έχει  ανάγκη  τον Χάβερτς, αλλά και εκείνος την Άρσεναλ - Πιο ιδανικό πάντρεμα δεν θα μπορούσε να συμβεί!

Ο Γερμανός μεσοεπιθετικός μπορεί άνετα να θεωρηθεί ένα από τα καλύτερα νεαρά ταλέντα της εποχής και να σταθεί επάξια δίπλα σε ανερχόμενα αστέρια, όπως ο Χάαλαντ, ο Εμπαπέ, ο Βινίσιους, ο Μπέλινγχαμ, ο Πέδρι και η λίστα συνεχίζεται. Αυτό το ταλέντο είναι σίγουρο πως αν το αναλάβει ο Αρτέτα θα το… απογειώσει. Μπορεί ο Ντέκλαν Ράις να αποτελεί προτεραιότητα, όμως ο Χάβερτς έχει να προσφέρει μια ολοκληρωμένη παρουσία στον αγωνιστικό χώρο.

Στην Τσέλσι για τρία χρόνια σημείωσε μια τίμια πορεία. Σε 139 συμμετοχές πραγματοποίησε 32 γκολ και 12 ασίστ. Από τις πιο ωραίες στιγμές στην πορεία του στους «μπλε» ήταν το νικητήριο γκολ στον τελικό του Champions League 2021. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι δεν έδειξε ποτέ την ανάλογη απόδοση που είχε στην Λεβερκούζεν. Λες και η Τσέλσι του «ρούφηξε» την λάμψη.

Μπορεί να μην εντυπωσίασε όσο στις «ασπιρίνες», όμως δεν φταίει μόνο εκείνος. Τα εσωτερικά προβλήματα της ομάδας, αλλά και η διαρκής εναλλαγή προπονητών είναι απόλυτα λογικό να επηρεάσουν την απόδοσή του, όπως άλλωστε συνέβη και με τους υπόλοιπους συμπαίκτες του. Ο Αρτέτα, πολύ έξυπνα, δεν θεωρεί πως η κακή σεζόν της Τσέλσι κηλιδώνει αυτόματα τις ικανότητες του Χάβερτς. Αναγνωρίζει την ποιότητα και όταν η ευκαιρία του παρουσιαστεί είναι έτοιμος να δράσει.

Η Άρσεναλ θα διαθέσει περί τα €75 εκ. για την απόκτησή του και αν βγάλουμε για λίγο τον Ράις από την εξίσωση, θα είναι η δεύτερη πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου. Τι είναι όμως αυτό που τον έχει κάνει να ξεχωρίζει;

Η απάντηση δεν είναι μία, αλλά μια ποικιλία στοιχείων. Καταρχάς, είναι απίστευτα προσαρμοστικός ως παίκτης. Στην Τσέλσι έπαιζε σαν εννιάρι στην κορυφή της επίθεσης στο 65% του συνολικού χρόνου εντός αγωνιστικού χώρου και τα τρία χρόνια. Βέβαια τα κατά μέσο όρο 0.39 προσδοκώμενα γκολ και 0.29 γκολ που σκόραρε ανά αγώνα δεν είναι ακριβώς τα στατιστικά που περιμένεις από τον βασικό επιθετικό σου, ακόμη και αν πρόκειται για την τρίτη καλύτερη επίδοση συγκριτικά με οποιονδήποτε συμπαίκτη του από τότε που βρέθηκε στην ομάδα.

Αναγκάστηκε να αναλάβει βαριά καθήκοντα επιθετικού, γιατί ποτέ καμία άλλη επιλογή δεν δούλεψε. Ο Τίμο Βέρνερ και ο Ρομελού Λουκάκου δεν ταίριαξαν ποτέ σε αυτή τη θέση. Ο Αρμάντο Μπρόγια υπέστη τραυματισμό που δεν του επέτρεψε να δείξει τις ικανότητές του ως εννιάρι. Είναι και ο Ομπαμεγιάνγκ που δεν βρήκε ποτέ τα πατήματά του και πέρασε τον περισσότερο χρόνο στον πάγκο. Ακόμη όμως, και με αυτό το βάρος έκανε μια αξιοπρεπή προσπάθεια και δεν χαντακώθηκε απαραίτητα. Απλώς ίσως να τον ευνοούσε περισσότερο η θέση που είχε στην Λεβερκούζεν.

Στην Γερμανία έπαιζε ως δεκάρι και πράγματι του ταίριαζε καλύτερα. Ο ίδιος μάλιστα, έχει πει ότι πάνω – κάτω παίζει ως μέσος, όμως του αρέσει να μπαίνει μέσα στη περιοχή. Μπορούμε να το θεωρήσουμε και… ψευτο-εννιάρι.

Ακόμη και σαν 8άρι θα μπορούσε να λειτουργήσει στη μεσαία γραμμή. Και εδώ έρχεται το δεύτερο σημαντικό στοιχείο του, οι τεχνικές του δεξιότητες. Αν τις συνδυάσουμε με την προσαρμοστικότητά του μιλάμε πλέον για έναν άχαστο παίκτη.

Είναι τέτοια η άνεσή του με την μπάλα και η ικανότητά του να συνεργάζεται αποτελεσματικά με τους συμπαίκτες που βρίσκονται κοντά του τη δεδομένη στιγμή, που τον καθιστά δυνατό και ανταγωνιστικό παίκτη.

Την περασμένη σεζόν δημιούργησε 33 ευκαιρίες παίζοντας ανοιχτά και βρίσκεται στην τρίτη θέση πίσω από τον Χάρι Κέιν και τον Λεάντρο Τροσάρ, ενώ με 78,1% ακρίβεια στην πάσα υπό πίεση βρίσκεται στην τέταρτη θέση πίσω από τους Ντάνι Γουέλμπεκ (82,9%), Χούλιαν Άλβαρες (80,7%) και Ρομπέρτο Φιρμίνο (79,5%). Φαίνεται ξεκάθαρα η ικανότητα του να ενώσει το παιχνίδι μεταξύ παικτών έξω από την  περιοχή και μέσα σε αυτήν, ακόμη και αν δεν καταλαμβάνει την πρώτη θέση.

Έπειτα, το ύψος του αποτελεί ενάερια απειλή για τον αντίπαλο, την οποία δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή η Άρσεναλ. Με ύψος 1.87 μ. έχει τόσο το ανάστημα όσο και τη δύναμη να κερδίσει κόντρες στα αντίπαλα καρέ.

Πέρυσι κέρδισε 79 εναέριες μονομαχίες και βρέθηκε τέταρτος πίσω από τους Τόμας Σούτσεκ (114), Ιβάν Τόνεϊ (109) και Αλεξάνταρ Μίτροβιτς (100). Και πάλι, η θέση δεν έχει σημασία, καθώς το ποσοστό επιτυχίας του Χάβερτς στο 57,2% ήταν καλύτερο όλων.

Μέσα σε όλα αυτά ελίσσεται εκπληκτικά στο γήπεδο και αυτό οφείλεται κυρίως στην πολύ καλή αντίληψη του χώρου που έχει. Υπολογίζει με τέτοιον τρόπο τον χρόνο που θα χρειαστεί να βρεθεί από το σημείο που είναι τη δεδομένη στιγμή μέσα στην περιοχή, ώστε να υπάρχει έστω ένας παίκτης εκεί.

Σαφώς, πέρα από το τεχνικό κομμάτι, η ηλικία του τού δίνει αβαντάζ. Στην Άρσεναλ αρέσει να αγοράζει νεαρά ταλέντα πριν αγγίξουν την παραγωγική τους ηλικία. Στα 24 του χρόνια είναι ακριβώς αυτό που χρειάζονται. Άλλωστε, πόσες ομάδες γνωρίζετε να έχουν στο δυναμικό τους 24χρονους διεθνείς με εμπειρία στην Premier League και στο Champions League;  Ίσως, η Άρσεναλ να γίνει σύντομα μία από αυτές.

Σουζάννα Μποντίνη