Η Τσέλσι άργησε, αλλά κατάλαβε πως τα πολλά λεφτά και οι ανεξέλεγκτες αγορές δεν φέρνουν την επιτυχία
Καταναλωτική μανία διαπέρασε την Τσέλσι την περασμένη σεζόν και ίσως να το παραέκανε ολίγον. Ξέφυγε από την άποψη ότι το ακραίο ποσό που δαπανήθηκε στόχευε κατά κύριο λόγο στην ενίσχυση της μεσαίας γραμμής, αμελώντας τις υπόλοιπες θέσεις, οι οποίες χρειάζονταν εξίσου ενδυνάμωση. Η συνταγή απέτυχε παταγωδώς, με αποτέλεσμα το καλοκαίρι να επιχειρεί μια τίμια προσπάθεια να εξισορροπήσει το ισοζύγιό της.
Απ’ όταν ανέλαβε η Τοντ Μπόελι την Τσέλσι, έχει φροντίσει να πάρει τα καλύτερα ταλέντα και τα μεγαλύτερα ονόματα στην ομάδα, όποια και αν ήταν η τιμή τους. Έτσι, επιδόθηκε σε μια σειρά από αλλεπάλληλες αγορές, ακόμη και παικτών που δεν τους χρειαζόταν. Αυτό το καλοκαίρι αλλάζει νοοτροπία και κάνει ξεσκαρτάρισμα, με καλύτερη επένδυση μέχρι στιγμής να αποτελεί ο προπονητής, αφού η πρόσληψη του Ποτσετίνο ήρθε για να κάνει τα πράγματα πολύ πιο ορθολογικά.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή∙ τον χειμώνα που όλα ξεκίνησαν. Αρχικά, από το ρεκόρ του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ που δαπανήθηκε συνολικά από την Premier League τον Ιανουάριο, το 37% αναλογεί αποκλειστικά στην Τσέλσι. Για πρώτη φορά στην ιστορία ένας σύλλογος από μόνος του καταφέρνει να έχει σπαταλήσει περισσότερα από όλα τα υπόλοιπα τέσσερα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα μαζί (La Liga, Serie A, Bundesliga, Ligue 1).
Αν βγάλουμε τους «μπλε» από την εξίσωση για λίγο, θα δούμε πως η υπόλοιπη Premier League δαπάνησε πάνω από 300 εκατομμύρια ευρώ. Καταλαβαίνουμε σαφώς, ότι πλέον η απόκτηση παικτών έχει μετατραπεί σε ένα παιχνίδι δύναμης και εξουσίας.
Οκτώ ήταν στο σύνολο οι νέες αφίξεις στον σύλλογο του τότε προπονητή, Γκρέιαμ Πότερ. Μπενουά Μπαντιασίλ (€38 εκατομ.), Νόνι Μαντουέκε (€35 εκατομ.), Μάλο Γκούστο (€30 εκατομ.), Αντρέι Σάντος (€12,5 εκατομ.), Νταβίντ Φοφανά (€12 εκατομ.), Ζοάο Φέλιξ (προμήθεια δανεισμού €11 εκατομ.), Μιχάιλο Μούντρικ (€70 εκατομ.) και Έντσο Φερνάντες (€121 εκατομ.) ντύθηκαν στα μπλε τον περασμένο Ιανουάριο. Οι προσθήκες ειδικά του Αργεντίνου Παγκόσμιου Πρωταθλητή και του Ουκρανού ανερχόμενου αστεριού προκάλεσαν πανζουρλισμό και χειροκροτήματα, τα οποία φυσικά δεν άργησαν να σταματήσουν.
Από τη μία δεν τους δινόταν αρκετός αγωνιστικός χρόνος, αφού υπερχειλίσανε την μεσαία γραμμή και δεν υπήρχαν ρόλοι για όλους, και από την άλλη μόλις πατούσαν στον αγωνιστικό χώρο ζήτημα ήταν να αποδίδουν στο 20%. Το μόνο που κατάφερε να πετύχει η Τσέλσι ήταν μια τρύπα στο νερό. Με έξοδα 329,5 εκατομμύρια ευρώ και έσοδα μόλις 11,3 εκατομμύρια ευρώ μόνο κατά τη χειμερινή μεταγραφική περίοδο, δημιούργησαν έλλειμα στο ισοζύγιό τους κατά 318,2 εκατομμύρια ευρώ!
Μπορεί να άργησε, αλλά κατάλαβε το λάθος της και τώρα τρέχει να «μαζέψει τα σπασμένα». Μέχρι στιγμής, στο τρέχον μεταγραφικό παράθυρο, έχει προβεί σε μια μαζική πώληση παικτών.
Η λίστα λοιπόν, μακροσκελής· Ίθαν Αμπάντου (€8,1 εκατ.), Ρούμπεν Λόφτους-Τσικ (€16 εκατ.), Εντουάρ Μεντί (€18,5 εκατ.), Κρίστιαν Πούλισικ (€20 εκατ.), Καλιντού Κουλιμπαλί (€23 εκατ.), Ματέο Κόβασιτς (€29,1 εκατ.), Μέισον Μάουντ (€64,2 εκατ.) και Κάι Χάβερτς (€75 εκατο.) αποχαιρέτησαν τους «μπλε» και διασκορπίστηκαν τόσο στην Ευρώπη όσο και στην υπόλοιπη Αγγλία.
Σίγουρα εντύπωση προκάλεσαν οι μετακινήσεις σε κάποιες από τις κορυφαίες έξι ομάδες της Premier League. Ο Χάβερτς έφυγε για Άρσεναλ, ο Μάουντ «μετακόμισε» στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ενώ ο Κόβασιτς επέλεξε την Μάντσεστερ Σίτι. Δεν είναι πως δεν έχει ξανασυμβεί, αλλά οι εν λόγω παίκτες κάθε άλλο παρά μέτριοι έως κακοί μπορούν να χαρακτηριστούν. Η μόνη λογική εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι πως υπήρχε μεγάλη ανάγκη για αύξηση κεφαλαίου. Στην απόγνωση θα αναγκαστούν ενίοτε να το κάνουν και αυτό, ακόμη και αν δεν συνηθίζεται.
Η Τσέλσι κατέγραψε έσοδα 253,9 εκατομμυρίων ευρώ και έξοδα ύψους 112 εκατομμυρίων ευρώ. Πέτυχε κέρδος στο ισοζύγιο, της τάξεως των 141,9 εκατομμυρίων ευρώ. Είναι μια καλή αρχή, όμως έχει πολύ δρόμο μπροστά της μέχρι να καλυφθούν οι ζημίες.
Μια μικρή σημείωση για όσους αναρωτιούνται πως και δεν έχει παραβιάσει κανέναν κανονισμό του Financial Fair Play (FFP). Απλώς διαμοίρασε το κόστος βάζοντας τους ποδοσφαιριστές να υπογράψουν μακροχρόνια συμβόλαια.
Για παράδειγμα, ο Μούντρικ υπέγραψε συμβόλαιο 8,5 ετών έναντι 70 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο αν το διαιρέσεις με τα έτη που είναι σε ισχύ η σύμβαση, τότε υπολογίζεται περίπου στα 9 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Είναι μια στρατηγική με την οποία λειτουργεί τις τελευταίες μεταγραφικές περιόδους και δεν παραβιάζει σε καμία περίπτωση τους όρους του FFP. Αποτελεί και μια τακτική όμως, την οποία δεν θα μπορούν να την εφαρμόζουν παντού και πάντα. Για να δούμε για πόσο καιρό θα ξεφεύγουν!
Σουζάννα Μποντίνη