Ο Διονύσης Τσολάκης προετοιμάζει την επόμενη «φουρνιά» ποδοσφαιριστών στην Μπράντφορντ και μιλάει στο England365!

Από τη Θεσσαλονίκη στο «Νησί». Και από το μπάσκετ… στο ποδόσφαιρο. Στροφή 180 μοιρών, όμως όλα φαίνονται πως βαίνουν καλώς. Άλλωστε, λίγοι οι Έλληνες που τιμούν με την παρουσία τους το αγγλικό ποδόσφαιρο. Ονομάζεται Διονύσης Τσολάκης και εργάζεται ως προπονητής φυσικής κατάστασης στις Ακαδημίες της Μπράντφορντ. Μια όμορφη συζήτηση με την Σουζάννα Μποντίνη για λογαριασμό του England365.  



Ο Διονύσης Τσολάκης προετοιμάζει την επόμενη «φουρνιά» ποδοσφαιριστών στην Μπράντφορντ και μιλάει στο England365!

Eίναι 26 ετών με καταγωγή από την συμπρωτεύουσα και είναι από τους λίγους Έλληνες που βάζει το δικό του λιθαράκι στην ανάπτυξη του αγγλικού ποδοσφαίρου. Ξεκίνησε λατρεύοντας το μπάσκετ, όμως η η μοίρα του επιφύλασσε εκπλήξεις. Το ποδόσφαιρο έχει μπει για τα καλά στη ζωή του και ένας ακόμη Έλληνας χαράσσει τη δική του πορεία και διαπρέπει στο «Νησί».

Όλοι από κάπου ξεκινάμε και η πρώτη επαφή του με την χώρα που γέννησε το δημιφιλέστερο άθλημα στον κόσμο έγινε καιρό πριν κατασταλάξει στην τωρινή του θέση. «Το 2017 αποφάσισα να φύγω Αγγλία για σπουδές, οπότε ξεκίνησα ένα προπτυχιακό στο Sports Science στο Leeds Beckett University, το 2020 αποφοίτησα, μετά ήρθε ο κορονοϊός, ήταν λίγο περίεργα τα πράγματα. Μετά γύρισα πίσω και συνέχισα τις σπουδές μου online στο Sports Management, γιατί ήταν ένας κλάδος που είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αλλά, κατάλαβα ότι κάτι άλλο μου ταιριάζει και αυτός ήταν ο ρόλος του γυμναστή. Οπότε, αποφάσισα να ξαναφύγω Αγγλία το επόμενο έτος για δουλειές και μεταπτυχιακό», λέει.

Πήρε αυτό το ρίσκο ελπίζοντας σε ένα καλύτερο μέλλον και ευνοϊκότερες για τον ίδιο προοπτικές.

Το ποδόσφαιρο δεν ήταν ποτέ η πρώτη του επιλογή. Μεγάλωσε με μια ιδιαίτερη αδυναμία στο μπάσκετ, παίζοντας επαγγελματικά για 13 ολόκληρα χρόνια στην Β’ Εθνική. Παραδόξως, δεν ακολούθησε αυτό τον δρόμο ως αθλητής. «Έφτασα σε ένα σημείο που μπορεί ο οποισδήποτε να επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες, οικογένεια, φίλους, καταστάσεις κληρονομικές, οικονομικές και άλλα παρεμφερή πράγματα που σκέφτεσαι τι θα κάνεις ακριβώς στο μέλλον σου και πως θα κινηθείς. Το (μπάσκετ) το αγαπούσα πολύ, ήμουν καλός, είχα κάποιο ταλέντο, αλλά αποφάσισα εκείνη τη δεδομένη στιγμή να κάνω κάτι άλλο, το οποίο είναι κοντά σε αυτά που έκανα από άλλη οπτική μεριά».

Το αμέσως επόμενο κλισέ ερώτημα που φυσικά τίθεται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι αν το έχει μετανιώσει έστω και λίγο. «Πολλές φορές μου έχει έρθει στο μυαλό. Δεν ξέρω αν το έχω μετανιώσει, απλώς θα ήθελα να δω που θα έφτανα αν το συνέχιζα» εξηγεί.

Σίγουρα μπορεί να μας μείνει κάτι ανεκπλήρωτο ως απωθημένο, πόσο μάλλον, δε, όταν έχουμε μια κλίση προς αυτό και μας γεμίζει με χαρά και ενθουσιασμό. Όμως, κάθε πράγμα για καλό λέει ο σοφός λαός και καθετί για κάποιο λόγο γίνεται. Άφησε τα παρκέ, και «εγκαταστάθηκε» στα γήπεδα, κάνοντας απότομη στροφή στα επαγγελματικά του. «Ένα από τα σχέδιά μου είναι να δουλέυω full-time σαν γυμναστής στο μπάσκετ στο μέλλον, αλλά έχω αγαπήσει το ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια. Έπαιζα και ποδόσφαιρο μικρός πριν ξεκινήσω το μπάσκετ, γνώριζα πράγματα. Ήρθε μια ευκαιρία από τη Μπράντφορντ τον Νοέμβρη του 2021, όπου ήξερα και έναν προπονητή που είναι μέσα στον σύλλογο, έναν Έλληνα. Χρήστος Σαββάκης λέγεται, είναι ένας ιδιαίτερα αξιόλογος προπονητής από τη Θεσσαλονίκη και αυτός. Ήρθε μια γνωριμία, μια φιλία που αναπτύχθηκε, δουλεύαμε μαζί στον σύλλογο, εγώ γυμναστής στην ομάδα του και αυτός ο Lead Coach και ήμασταν στην Ακαδημία για καιρό, ενάμιση χρόνο. Κάναμε μια ιδιαίτερη εξέλιξη και οι δύο με τις ομάδες που είχαμε ασχοληθεί».

Όντως η τύχη του δούλεψε και χρειάστηκε μόνο μια ευκαιρία και ένας άνθρωπος για να κάνει το πρώτο του βήμα. Είχε και μια μικρή προϋπηρεσία από έναν εξίσου ιστορικό σύλλογο. «Στην Λιντς ήμουν από τον Γενάρη μέχρι τον Μάιο που πέρασε, ήταν μια ευκαιρία μέσω του Πανεπιστημίου και ήταν να μπω στην πρώτη ομάδα, στην Λιντς Γιουνάιτεντ. Δεν πήγα εκεί τελικά και μεταπήδησα στην Ακαδημία με τα κορίτσια. Ήταν σαν πρακτιική, δεν υπήρχε περιθώριο να συνεχίσω και του χρόνου και δεν ήθελα κιόλας. Είναι τι χρονοδιάγραμμα έχεις και τι ακριβώς θες να κάνεις. Αυτή τη στιγμή ψάχνω για full-time ρόλο, οπότε δεν είναι κάτι που με γεμίζει και είναι ιδιαίτερα δύσκολο όταν έχεις να πας από πολλές διαφορετικές τοποθεσίες στο εξωτερικό. Ο χρόνος του να μεταπηδήσεις με το αμάξι από το ένα μέρος στο άλλο είναι λίγο δύσκολο, οπότε πρέπει να περιορίσεις το τι κάνεις και τι δεν κάνεις και με τι ασχολείσαι».

Δυσκολίες θα εμφανιστούν πολλές στο δρόμο σου αρκεί να είσαι πάντοτε σε εγρήγορση να τις διαχειριστείς. Ειδικά σε μια ξένη χώρα δεν μπορεί εξαρχής τα πράγματα να κυλάνε ρόδινα. Θα υπάρξουν ευκαιρίες, αλλά και ακόμη τόσες αναποδιές. Με θάρρος και επιμονή στο τέλος θα ανταμειφθείς. Η Λιντς δεν έκατσε, ήταν όμως μια συγκυρία από την οποία απέκτησε γνώσεις και εμπειρίες.

Πολύ όμορφο κομμάτι της συζήτησης αποτέλεσε η προθυμία και η όρεξή του να μου εξηγήσει κάποιους ορισμούς που μπορεί να προκαλούν σύγχυση στο ελληνικό κοινό λόγω της χρήσης μιας λέξης με διαφορετική έννοια στην ελληνική γλώσσα. Μια από αυτές τις λέξεις ήταν η Ακαδημία, η οποία διαφέρει από το αγγλικό Academy.

«To Academy δεν είναι η Ακαδημία όπως στην Ελλάδα, είναι λίγο διαφορετικό το σύστημα. Το Academy είναι το highest level. Πριν υπάρχουν τα development squads, όπου οι παίκτες αναπτύσσονται, ώστε να φτάσουν το επίπεδο να μεταπηδήσουν στο Academy, το οποίο είναι με κατηγορίες. Η Λιντς Γιουνάιτεντ λέγεται Category 1 και είναι από τα καλύτερα σε όλη την Αγγλία. Ο στόχος του κάθε νέου αθλητή είναι να μεταπηδήσει σε Academy. Στην Μπράντφορντ είμαι σε Academy, αλλά σε development centers. Η Μπράντφορντ σαν σύλλογος έχει κάποια κέντρα από όλη τη περιοχή, τα οποία ανήκουν στον σύλλογο και εκεί κάνουν development στους παίκτες, ώστε να φτάσουν σε ένα επίπεδο, να κάνουν ένα σχεδιάγραμμα· Μας αρέσει αυτός ο παίκτης να τον πάρουμε στο Academy όπου έχουμε 15 άτομα μόνο. Από τα 10.000 μόνο 15 θα παίξουν στο Academy. Άρα, υπάρχει ένα σύστημα γύρω από τη περιοχή όπου υπάρχουν κέντρα με χιλιάδες παιδιά, τα οποία αναπτύσσονται, ώστε να φτάσουν στον βαθμό να παίξουν στο Academy. Μετά το Academy μπορούν να παίξουν στο αντρικό κάποιοι ελάχιστοι ή να πάρουν κάποιο συμβόλαιο κάπου αλλού».

Ο Διονύσης διψάει για περισσότερη μάθηση και εμπειρίες που θα τον βοηθήσουν να πετύχει όλους τους στόχους του. Γι’ αυτό και επιδόθηκε και σε άλλες διεξόδους, μαθησιακές και επαγγελματικές. «Παράλληλα με αυτό έκανα και το μεταπτυχιακό μου και άλλη μια δουλειά και θα ήθελα να σταθώ και στο εκπαιδευτικό σύστημα, όπου τα κολλέγια επενδύουν ιδιαίτερα στον αθλητισμό. Υπάρχουν κεφάλαια και θέλουν να φτάσουν σε έναν επίπεδο, όπως είναι στην Αμερική, που θέλουν καλούς βαθμούς και παράλληλα καλούς αθλητές. Δούλευα σε ένα κολλέγιο το πρωί, όπου εκεί ήμουν Self-Conditioning Coach, γυμναστής, ενώ παράλληλα δίδασκα basketball athletics και περαιτέρω αθλήματα, όπου πραγματικά οι άνθρωποι θέλουν να βελτιώσουν το καθετί, ώστε ο αθλητισμός να είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των παιδιών και μετέπειτα. Είτε γίνουν αθλητές είτε μεταπηδήσουν σε κάποια σχολή και σπουδάσουν και κάτι άλλο. Προωθούν πάρα πολύ τα παιδιά, καμία σχέση με αυτό που γίνεται στην Ελλάδα. Θέλουν να πάνε καλά τα παιδιά, θέλουν να τους δώσουν τα κίνητρα να γίνουν καλύτεροι» αναφέρει.

Τη δεδομένη στιγμή στη Μπράντφορντ εργάζεται ως Strength and Conditioning Coach, δηλαδή προπονητής φυσικής κατάστασης, ένας αρκετά σημαντικός ρόλος που συμβάλλει στην ευεξία και την σωστή προπόνηση των αθλητών. «Κανονικά ο γυμναστής, ο Self-Conditioning Coach, η ειδικότητά του είναι στο αθλητικό κομμάτι, στην επίδοση των αθλητών. Αυτό μπορεί να είναι οι προθερμάνσεις πριν από τις προπονήσεις στο να πάει η ομάδα από την προθέρμανση στο tactical κομμάτι με τον προπονητή είτε κάποια team sessions είτε να κάνεις παρακολουθείς τα data των παικτών, κρατάς σημειώσεις και στοιχεία από τις προπονήσεις και τους αγώνες. Γενικά ο γυμναστής είναι on the pitch και off the pitch, βρίσκεται παντού και σε συνεννόηση με το τι θέλει να παίξει ο προπονητής. Ανάλογα με το πλάνο του προπονητή που είναι ο μάνατζερ της ομάδας ο γυμανστής πρέπει να προσαρμοστεί σε αυτό, έτσι γίνεται σε όλο το high level ποδόσφαιρο» τονίζει ο Διονύσης Τσολάκης.

Ακούγοντάς τον να μιλάει με τόσο ενδιαφέρον και πάθος για τη δουλειά του, συνειδητοποιεί κανείς πως ο αθλητισμός ήταν μονόδρομος στη ζωή του και αυτό δεν σηκώνει αμφιβολία. «Ήταν αυτό που θα μπορούσα να κάνω, γιατί το άθλημα που αγάπησα ιδιαίτερα ήταν το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο παράλληλα. Δεν υπήρχε στο μυαλό μου να σπουδάσω κάποια άλλη επιστήμη, δεν με γέμιζε, δεν μου φαινόταν ενδιαφέρον κιόλας. Άμα δεν μου φαίνεται κάτι ενδιαφέρον εμένα δεν το αγγίζω καν». 

Η Μπράντφορντ μπορεί αυτή τη στιγμή να αγωνίζεται στην τέταρτη κατηγορία, όμως η ιστορία της δεν αμφισβητείται.

«Θέλω να συνεχίσω. Υπάρχει κάποια συνεννόηση και με την πρώτη ομάδα να μεταπηδήσω σαν πρακτικάριος, περιμένω να δω πως θα πάνε τα πράγματα. Θέλει να κρατάς high standards, να σε σέβονται και να τους σέβεσαι, πρέπει να είσαι πολύ τυπικός, χρειάζονται πολλές δεξιότητες για να κρατηθείς. Κοιτάζουν πολύ ποιός είναι ο άνθρωπος, αν μπορείς να είσαι σε μια ομάδα, αν μπορείς να συνεργαστείς με πολλές ειδικότητες. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχεις κοινές ενέργειες, κοινά vibes, κοινά ενδιαφέροντα με τους ανθρώπους. Δεν είναι μόνο τι ξέρεις· πτυχία έχουνε πολλοί, όμως πόσοι άνθρωποι μπορούν να ταιριάξουν σε μία πολυπολιτισμική ομάδα/περιβάλλον;»

Μπορεί να είναι σχετικά μικρός και μικρό το χρονικό διάστημα που έχει αναλάβει αυτόν τον ρόλο. Αυτό δεν σημαίνει όμως, πως συμφωνεί με όλες τις προδιαγραφές και τον τρόπο λειτουργίας. Χρειάζεται πάντα μια νέα φρέσκια ματιά, μερικές φορές η αλλαγή κρίνεται απαραίτητη. «Πολλοί προπονητές αφήνουν τον γυμναστή στην άκρη και δεν έχουν ιδιαίτερο connection με αυτόν, ενώ θα έπρεπε να υπάρχει κάθε μέρα συνεννόηση. Αυτό θα ήταν ίσως ένα πράγμα που θα μπορούσε να αλλαχτεί και να είναι πιο κοντά ο γυμναστής με τον εκάστοτε μάνατζερ. Γενικά πρέπει να υπάρχει προσοχή στον φόρτο των παικτών και στην αποθεραπεία. Σίγουρα υπάρχουν πολλοί τραυματισμοί. Θα πρέπει να υπάρχει συνεννόηση του γυμναστή με τον προπονητή για να μπορούν να αποφευχθούν αυτά».

Όσο μεγάλη τιμή και αν είναι να έχεις μια θέση στην πρώτη ομάδα, είναι ωραίο να βλέπεις την εξέλιξη των παιδιών που «διψούν» να ακολουθήσουν την αγαπημένη τους ασχολία επαγγελματικά. Ο Διονύσης Τσολάκης έχει ιδιαίτερη αδυναμία σε αυτό το κομμάτι...

«Ήμουν στα μικρά παιδάκια, έκανα τις προθερμάνσεις στην κ-9, κ-10. Και στην κ-18, όπου εκεί η ομάδα είχε το Community, το οποίο είχε scholars, εκπαιδευτικό πρόγραμμα και ποδόσφαιρο μαζί, όπου ήταν ηλικίες 19 χρονών. Είναι άμα σου αρέσει. Γενικά μου αρέσει το development των παιδιών. Και εγώ όντας αθλητής μπορεί να είχα κάποια παράπονα από την τότε πορεία μου που δεν είχα την κατάλληλη υποστήριξη από τους ανθρώπους των ομάδων, από άλλα πράγματα, δεν μπορώ να στο διευκρινίσω. Αλλά, προσπαθώ να τους δώσω κίνητρο, να είμαι δίπλα τους να ψάξω ένα πολύ καλό περιβάλλον, και εγώ και οι προπονητές. Θα πρέπει να έρθουν κοντά σου, να νιώσουν άνετα. Και είναι φυσικά, το που είναι το κάθε παιδί· αν είναι σε μια ομάδα όπου φοβάται να φύγει αν του πω εγώ ότι δεν μου άρεσε ο χαρακτήρας του ή συμπεριφέρθηκε λανθασμένα θα είναι στρατιώτης. Αν είναι σε μια ομάδα που δεν τον νοιάζει, ο γυμναστής ή ο προπονητής θα πρέπει να έρθει πιο κοντά του ώστε να τον κρατήσει».

Πέντε χρόνια έχει κλείσει στην Αγγλία μαζί με τις σπουδές του. Σε κάποιους μπορεί να ακούγονται πολλά, όμως ο Διονύσης μόλις έχει ξεκινήσει. Και αυτό γιατί, ο κόσμος αδυνατεί να καταλάβει πως κάθε αρχή και δύσκολη και η πορεία ακόμα δυσκολότερη. «Αυτό αργεί να γίνει και επειδή ακούγονται αρκετά είναι ιδιαίτερα δύσκολο να γίνει. Ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος ακόμα και τώρα που ψάχνω full-time role μεταξύ εμού και των άλλων ξένων. Είναι λίγες οι θέσεις και πολλοί άνθρωποι θέλουν να δουλέψουν σε αυτό. Δεν ξέρω ποιον θα επιλέξουν, όμως πρέπει να προσπαθήσω ιδιαίτερα ώστε να κερδίσω κάποια θέση, γιατί εμένα ο στόχος μου αυτή τη στιγμή είναι να δουλέψω σε ένα full-time περιβάλλον το πρωί, σε κάποιο σχολικό περιβάλλον, το οποίο θα μου άρεσε και το απόγευμα να συνεχίσω να είμαι σε κάποιο Academy system».

Η ξενιτιά είναι δύσκολη, αλλά για όσους έχουν θέληση και επιμονή όλα είναι εφικτά. Ήδη κάνει δύο δουλειές ταυτόχρονα (δραστηριοποιείται και στο Grammar School στο Λιντς) και ακούγωντας το πρόγραμμά του θα απορούσε κανείς αν αξίζει τον κόπο. Μα πώς τα καταφέρνει; «Ναι, ούτε εγώ ξέρω. Γενικά επειδή κάνω κάτι που μου αρέσει όσο πίεση και αν υπάρχει, αθλητής ήμουν, προσπαθώ να ανταπεξέλθω. Σίγουρα υπάρχουν πολύ δύσκολες στιγμές και, πρέπει να λέγεται η αλήθεια, έρχονται στιγμές που στεναχωριέσαι, έρχονται στιγμές που αγχώνεσαι πάρα πολύ. Γιατί είσαι σε μια ξένη χώρα. Έχεις φίλους, αλλά δεν έχεις τους ανθρώπους που σε ξέρουν μια ζωή, δίπλα σου. Γενικά πιστεύω ότι ο άνθρωπος μπορεί να προοσαρμοστεί σε καταστάσεις που τα τελευταία χρόνια όποιος το είχε αυτό ήταν ισχυρό skill στο να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, σε ό,τι δυσκολία του ερχόταν. Πολλές φορές δεν έκανα αυτά που είχα προγραμματίσει, δεν είμαι superman ενώ νόμιζα ότι ήμουν. Τελικά είμαστε άνθρωποι. Η κάθε μέρα έχει διαφορετικό πρόγραμμα· μπορεί να πήγαινα σχολή το πρωί, μετά στο κολλέγιο κάποιες φορές και μετά να φύγω το βράδυ στο Μπράντφορντ και αυτά είναι τρία locations, δύο ώρες στον δρόμο με όλα τα παρεμφερή. Για να πας σε ένα μέρος πρέπει να έχεις και την αντίστοιχη αλλαξιά, οπότε υπήρχαν στιγμές που άλλαζα στο αμάξι για να πάω στο άλλο μέρος. Μπορείς να σκεφτείς ότι ήταν ιδιαίτερα δύσκολο και απαιτητικό. Κάπου χάνεις, κάπου κερδίζεις. Προσπαθώ να είμαι θετικός όσο δύσκολα και αν είναι τα πράγματα έξω, γιατί όντως είναι μερικές φορές». Τους ανθρώπους που δεν τα παρατούν σε κάθε αναποδιά, σε κάθε δυσκολία, καλό είναι να τους θαυμάζουμε λίγο περισσότερο...

 

Αξιόλογο επίσης, ότι δεν ξεχνάει ανθρώπους που βρέθηκαν στον δρόμο του και στιγμάτισαν την διαδρομή του με την θετική τους επιρροή. «Θα ήθελα να ανφερθώ σε δύο ανθρώπους. Ο ένας είναι ο Χρήστος Σαββάκης. Δούλευα μαζί του τα τελευταία δύο χρόνια, ένα πολύ αξιόλογο παιδί το work ethic του είναι απίστευτο και πραγματικά με μπούσταρε στο να γίνω καλύτερος επαγγελματίας και εγώ και μέσω αυτού έμαθα και το ποδόσφαιρο καλύτερα. Ο δεύτερος ήταν ο Head of Coaching στο Academy Development Center ονόματι Άνταμ Φοξ. Ένας ιδιαίτερος άνθρωπος, motivated, με βοήθησε να πουσάρω τον εαυτό μου. Ήταν σαν role model, έδινε το παράδειγμα ότι με τη δουλειά γίνεσαι καλύτερος και μπορείς να φέρεις εις πέρας ότι στόχο θέλεις και ήταν ιδιαίτερη τιμή στο κομβικό σημείο που τον γνώρισα. Ο ίδιος έχει αλλάξει τη ζωή του με πολλούς τρόπους, έχω και προσωπική σχέση μαζί του πια· η ζωή του και αυτά που έχει κάνει είναι παράδειγμα προς μίμηση σε έναν νέο άνθρωπο. Ήταν δικηγόρος παλιότερα και παράλληλα με αυτό ασχολιόταν και με το ποδόσφαιρο και σιγά σιγά ήθελε να μεταπηδήσει full-time στο ποδόσφαιρο και να κάνει μόνο αυτό που αγαπάει. Άφησε μια μεγάλη καριέρα στη δικηγορία για να κάνει αυτό που αγαπάει. Και όπως αλλάζω εγώ μέσα στο αμάξι, εκείνος άλλαζε για χρόνια από το κουστούμι να βάλει τη φόρμα και να πηγαίνει στο γήπεδο. Βλέπεις την δύναμη που έχει ένας άθρωπος και να πάρεις κάτι από αυτόν».