Η επιρροή του Πεπ στο γιατί τα σουτ από μακριά μειώθηκαν, αλλά και η τέχνη των στατικών φάσεων!

Το απίθανο τέρμα του Ντουράν στη νίκη της Άστον Βίλα επί της Έβερτον το Σάββατο, έφερε και πάλι την κουβέντα στο «Νησί», γιατί οι παίκτες δε σουτάρουν από απόσταση! Το 2007, ήταν μία εποχή στην οποία και στην Premier League, και στο Champions League, έμπαιναν τα περισσότερα γκολ με σουτ από μακριά. Από το 2008, αυτός ο αριθμός άρχισε να πέφτει.  Δεν είναι τυχαίο πως περίπου εκείνη την εποχή άρχισε να μπαίνει όλο και περισσότερο η μεγάλη ανάλυση στο παιχνίδι, με εξειδικευμένους κόουτς  σιγά-σιγά τα επόμενα χρόνια,  στις ομάδες, για τις στατικές φάσεις και επίσης την ανάλυση των xGoals, που άλλαξε κατά πολύ τις οδηγίες και των προπονητών. Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος.   



Η επιρροή του Πεπ στο γιατί τα σουτ από μακριά μειώθηκαν, αλλά και η τέχνη των στατικών φάσεων!

Η αναλογία των σουτ από μακρινή απόσταση έχει μειωθεί κατά περίπου στο ένα τέταρτο στην Premier League την τελευταία δεκαετία, οπότε ίσως είναι αληθές ότι οι παίκτες τώρα έχουν πλέον  επίγνωση του xG των σουτ από συγκεκριμένες θέσεις και προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους αναλόγως.

Δεν έχει κρύψει σχεδόν κανείς από τους μεγάλους προπονητές πως αναλύουν στις προπονήσεις τους χώρους και  τα σημεία που οι πιθανότητες αυξάνονται αν σουτάρεις. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες λεπτομέρειες στα δεδομένα σχετικά με τα σουτ μακρινής απόστασης

Πρώτον, πέρυσι σημειώθηκαν 143 γκολ από σουτ  εκτός της περιοχής, σε σύγκριση με 145 την προηγούμενη σεζόν και 144 την προ προηγούμενη σεζόν. Στις δύο  σεζόν, του 2008-09 και 2009-10, σημειώθηκαν 122 και 125 γκολ. Βλέπουμε πως από τότε που μπήκε στη ζωή μας από τον Πεπ και τη Μπαρτσελόνα το τίκι-τάκα άλλαξε σε απόλυτους όρους, ο αριθμός των μακρινών γκολ.

Με τις ομάδες να προσπαθούν να παίξουν  όλο και περισσότερο με την μπάλα για να πατήσουν περιοχή και μετά να γίνει η τελική προσπάθεια, συνολικά τα  τέρματα της σεζόν δεν μειώθηκαν, αλλά τα γκολ από μέσα από τη περιοχή άρχισαν να  αυξάνονται. Γύρω στο 2014, και το αγγλικό ποδόσφαιρο πλέον είχε επηρεαστεί πάρα πολύ σε επίπεδο Premier League, από τις ιδέες που προήλθαν από το ισπανικό και το ολλανδικό μοντέλο.

Γιατί θυμηθείτε ότι τότε και ο Βενγκέρ για πάρα πολλά χρόνια έπαιζε με την μπάλα κάτω και πολλούς συνδυασμούς, η Μάντσεστερ Σίτι επιχειρούσε να το κάνει αυτό το πράγμα και πριν την άφιξη του Πεπ, με τον Πελεγκρίνι στον πάγκο, και η Λίβερπουλ έπαιζε ποδόσφαιρο κατοχής με τον Μπρένταν Ρότζερς, ο οποίος άλλωστε όνομα έκανε με τέτοιο στυλ ποδοσφαίρου στον πάγκο της Σουόνσι!

Η βελτίωση αριθμών από το 2021  μπορεί να υποδηλώνει μεγαλύτερη αποδοτικότητα, αλλά δείχνει επίσης ότι η εικόνα είναι πιο περίπλοκη από ό,τι φανερώνει η αναλογία μόνη της.

Τα μακρινά γκολ κορυφώθηκαν την περίοδο 2006-07 (η υψηλότερη αναλογία: 20,2%) και 2007-08 (η υψηλότερη καταμέτρηση: 191) και άρχισαν να πέφτουν το 2008, που είναι τακτικά ένα  έτος ορόσημο όπως είπαμε!

Πριν το 2008, υπήρξε μόνο μία σεζόν όπου τα γκολ ανά παιχνίδι στις νοκ-άουτ φάσεις του Champions League ήταν κατά μέσο όρο πάνω από τρία! Για να μην μένουμε μόνο στην ανάλυση της Premier League, γιατί γενικά άλλαξε το ποδόσφαιρο το 2008. Η σεζόν που είχε πάρα πολλά γκολ από τα προημιτελικά και μετά ήταν εκείνη στην οποία πραγματικά με το ποδόσφαιρο της τρέλανε τους πάντες, η Βαλένθια του Κούπερ. Ήταν  το 1999-2000  όταν και έφτασε στον τελικό, διαλύοντας Λάτσιο και Μπαρτσελόνα, πριν ηττηθεί από τη Ρεάλ.

Έπειτα από το 2008 , ο μέσος όρος δεν θα έπεφτε  κάτω από τρία γκολ, ξανά μέχρι το 2020-21. Το 2008 ήταν  η χρονιά που ο Πεπ Γκουαρδιολα ανέλαβε την  Μπαρτσελόνα και κακά τα ψέματα, είναι ο πιο επιδραστικός προπονητής των σύγχρονων εποχών.

Έχει ασκήσει άμεση επιρροή και σε δύο προπονητές κορυφαίων ομάδων στην ιστορία  της Premier League, τον Μικέλ Αρτέτα και τον Έντσο Μαρέσκα, που ο ένας μετέβαλλε την Άρσεναλ σε πρωταγωνίστρια και πάλι, και ο άλλος παλεύει να ξαναδώσει μία ταυτότητα στην Τσέλσι. Ο Πεπ είναι  ο… σημαιοφόρος  στην πρωτοπορία μιας φιλοσοφικής κίνησης που ξεκίνησε από τον Άγιαξ  στα τέλη της δεκαετίας του '60 με τις ιδέες του Ρινους Μίχελς που μέσω του Γιόχαν Κρόιφ μεταγγίστηκαν στο μυαλό  του Γουαρδιόλα.

Δείτε τώρα πόσοι έχουν επηρεαστεί από αυτόν και τώρα βρίσκονται σε ομάδες της Premier League. Ο Ιραόλα στην Μπόρνμουθ, ο Λοπετέγκι στη Γουέστ Χαμ, και φυσικά ο Έμερι στην Άστον Βίλα.

Η ισπανική σχολή και ιδιαίτερα εκείνη των Βάσκων, έχει επηρεαστεί πάρα πολύ από την ολλανδική επιρροή και σε όλη αυτή τη συζήτηση φυσικά πρέπει να βάλουμε και τον καινούριο προπονητή της Λίβερπουλ, τον  Άρνε Σλοτ, που φυσικά ως Ολλανδος , έχει τη δική του  επιρροή από όλη αυτή τη φιλοσοφία. Παρατηρήστε το πώς πλέον σχεδόν όλες οι ομάδες κάνουν build up από τον τερματοφύλακα και επίσης πώς ψάχνουν να εκμεταλλευτούν τις στατικές φάσεις, ώστε να δημιουργήσουν προοπτικές με την καλύτερη δυνατή περίπτωση, προκειμένου να απειλήσουν την αντίπαλη εστία.

Εκεί είναι που η εικόνα αρχίζει να θολώνει. Θα μπορούσε ο Γκουαρδιόλα να πετύχει μόνος όλα αυτά; Βλέπουν οι προπονητές στην 3η και την 4η κατηγορία  του αγγλικού ποδοσφαίρου, πραγματικά τον εαυτό τους ως μίνι-Πεπ, όπως έγραψε πρόσφατα ο Τζοναθαν Γουιλσον;

Και αν ο Γκουαρδιόλα είναι ο λόγος για την αλλαγή, σε όλα τα επίπεδα, πώς συνέβη τόσο γρήγορα από το 2008;  Πώς θα μπορούσε να έχει τέτοια επιρροή στην πρώτη του χρονιά ως προπονητής; Η απάντηση για εμένα είναι απλή: το ισπανικό ποδόσφαιρο ήταν έτοιμο να κάνει αυτή τη μεγάλη μετάβαση και να αρχίσει να κατακτά τίτλους, κάτι που κατάφερε εκείνο το καλοκαίρι στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα που έγινε στην Αυστρία και την Ελβετία, με ένα ποδόσφαιρο όμως, το οποίο σιγά-σιγά έφευγε από το κλασσικό ισπανικό.

Ο Αραγονιές είχε ρίξει τον σπόρο και είχε εκμεταλλευτεί άψογα Ινιέστα και Τσάβι, όποτε  ο Γκουαρδιόλα έγινε άμεσα  επιδραστικός γιατί έκανε και επιτυχία.  Στην Αγγλία πλέον, υπάρχουν ομάδες στις κάτω κατηγορίες που προσπαθούν να παίξουν όπως η Μάντσεστερ Σίτι και πάρα πολλοί προπονητές «αλιεύουν» να κάνουν το ίδιο. Δεν σημαίνει ότι υπάρχει ένας τρόπος για να παίξεις, αλλά όλοι πιστεύουν ότι αυτός είναι ο κατάλληλος και πραγματικά πρέπει να παραδεχτούμε πως σε τεράστιο βαθμό, η  επιτυχία του δίνει εγκυρότητα στις μεθόδους του και σίγουρα υπάρχουν προπονητές σε χαμηλότερες κατηγορίες που αντλούν έμπνευση από αυτόν.

Υπάρχει όμως και ένα ζήτημα περιβάλλοντος. Ο Γκουαρδιόλα δεν δούλευε σε ένα  περιβάλλον άγνωστο στις νέες απαιτήσεις. Όταν έγινε προπονητής της Μπαρτσελόνα, οι παράμετροι ήταν κατάλληλοι για να είναι επιτυχές το στυλ ποδοσφαίρου κατοχής. Τα γήπεδα, οι μπάλες και ο εξοπλισμός ήταν σε επίπεδο που επέτρεπε το τεχνικό ποδόσφαιρο, ώστε το τικι-τάκα να μεταφερθεί  από τον προπονητικό χώρο στο γήπεδο, ενώ οι αλλαγές στον κανόνα του οφσάιντ με αβαντάζ του επιθετικού βοήθησαν.

Ο Γκουαρδιόλα πήρε πλήρη εκμετάλλευση και ίσως κρυστάλλωσε στο μυαλό πολλών το τι μπορεί να πετύχει το ποδόσφαιρο κατοχής σε αυτές τις συνθήκες! Αν δεν υπήρχε, ο Πεπ, θα βασίλευαν ίσως ακόμα ο Μουρίνιο και ο Μπενίτεθ, με ποδόσφαιρο positioning και αντεπιθέσεων και όχι κατοχής.

Αυτό όμως με τα χρόνια φαίνεται πως έχει στερήσει το ποδόσφαιρο από τα μακρινά σουτ. Το λέει επαναλαμβάνω η στατιστική και σε αυτές περιπτώσεις, δεν λέει ψέματα. Ίσως  το μεγαλύτερο μάθημα από τις στατιστικές σχετικά με τα γκολ από απόσταση είναι πως τίποτα δεν είναι ποτέ απλό.

Το γκολ με σουτ από απόσταση, γενικά έχει γίνει πιο σπάνια από τα μέσα της δεκαετίας του '60. Σε αυτό έχει να κάνει και με το ότι οι παίκτες σιγά-σιγά από τη δεκαετία του ‘70 άρχισαν να σουτάρουν  λιγότερο αλλά, μην ξεχνάμε, πως βελτιώθηκαν πάρα πολύ και οι τερματοφύλακες, που ήταν λίγο στο όριο του… ανέκδοτου αρκετοί από αυτούς  μέχρι και τη δεκαετία του ‘60.

Επίσης,  ο αριθμός των σουτ έχει μειωθεί καθώς οι  ομάδες περνούν περισσότερες μπάλες μέσα στην περιοχή ή στους πλάγιους που πια δεν είναι εξτρέμ για να σεντράρουν αλλά πατάνε περιοχή και σκοράρουν. Αυτό το στατιστικό αλλάζει λίγο και τις ισορροπίες, αφού οι ακραίοι πλέον περνάνε τα 10 γκολ την χρονιά, ειδικά σε ομάδες που υπάρχουν απαιτήσεις για πρωταθλητισμό.

Σε αντίθεση δηλαδή, με τη δεκαετία του ‘70 όπου  από τον εξτρέμ δεν περίμενες περισσότερα από τρία, το πολύ πέντε γκολ, τη σεζόν.

Αυτά είναι όλα συνεπή με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, από τους οποίους επωφελήθηκε ο Γκουαρδιόλα. Όταν τα γήπεδα και ο εξοπλισμός ήταν κακοί, είχε νόημα να προχωράς γρήγορα με την μπάλα. Όταν οι βίαιες προκλήσεις και τα τάκλιν  ήταν μέρος του παιχνιδιού, είχε νόημα να μην καθυστερείς κοντρολάροντας ή κουβαλώντας τη  μπάλα. Αν παρουσιαζόταν μια ευκαιρία για σουτ, έμοιαζε να αξίζει να την αρπάξεις. Τώρα, κοιτάς να παίξεις άλλες δύο ή τρεις πάσες για να δημιουργήσεις καλύτερη θέση! Αλλά και κάποιες ομάδες κάνουν  χωρίς νόημα κατοχή και μπορεί να χαθεί μια καλή φάση λόγω μιας κίνησης παραπάνω.

Όμως, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες. Αν οι αντίπαλοι κάθονται σε χαμηλή άμυνα στην άκρη της περιοχής τους, πίσω από τη μπάλα, μπορεί  να αξίζει να δοκιμαστεί το σουτ απλώς και μόνο επειδή το να περάσεις μέσα από την άμυνα για να δημιουργήσεις μια καλύτερη ευκαιρία xG είναι δύσκολο. Πολλά τέτοια σουτ όμως, γίνονται υπό πίεση και βεβιασμένα.

Λιγότερα μακρινά σουτ μπορεί να είναι ένδειξη υψηλότερων αμυντικών γραμμών και πίεσης ψηλά που επίσης δοκιμάζουν πια ομάδες που δεν περίμενες να το κάνουν το 2008. Ομάδες στην Αγγλία, για παράδειγμα όπως η Μπράιτον του Πότερ πριν ή του Ντε Τζέρμπι και τώρα του Χούρτζελερ ή η Μπρέντφορντ και η Μπόρνμουθ.

Και τίποτα δεν είναι μόνιμη διαπίστωση: το 16,3% των γκολ στο EURO 2024 σημειώθηκαν από έξω από την περιοχή και, πριν από αυτό το Σαββατοκύριακο στην Premier League, από ένα  χαμηλό δείγμα τριών αγώνων, είχαν φτάσει το 14,5%.

Δεδομένα, επίγνωση του τι είναι αποτελεσματικό, πιθανώς κάνει τη διαφορά στο πότε σουτάρουν οι παίκτες, αλλά, εξίσου, αντικατοπτρίζει τον τρόπο που παίζουν, και αυτό διαμορφώνεται από αμέτρητους παράγοντες, περιβαλλοντικούς και φιλοσοφικούς.

Λίγες σχέσεις στο ποδόσφαιρο είναι ποτέ μονόπλευρες και σχεδόν όλα είναι συνδεδεμένα. Φαίνεται ωστόσο και νομίζω ότι θα φανεί ακόμα περισσότερο με αυτό τον καινούργιο τρόπο διεξαγωγής λόγω βαθμολογίας της League Phase στα Ευρωπαϊκά Κύπελλα, πως κάποιες ομάδες θα επιλέξουν την λύση του «να σουτάρουν». Μένει να δούμε αν αυτό θα επιστρέψει τα νούμερα στις εποχές προ 2008 ή απλώς λόγω του ότι πλέον πάρα πολλές ομάδες βασίζομαι υπερβολικά στο να εκμεταλλεύονται τις στατικές φάσεις, το νούμερο θα παραμείνει χαμηλό. Όπως και να το δούμε, έχει ενδιαφέρον!