Από τον Νέεσκενς στον Ρόδρι: Ένα ρέκβιεμ στον ξανθομάλλη Ολλανδό, που άλλαξε για πάντα τη θέση του αμυντικού χαφ!

Ακούγοντας την είδηση πως ο Γιόχαν Νέεσκενς σε ηλικία 73 ετών έφυγε από τη ζωή, σκέφτηκα πως μαζί του έφυγε μια εποχή. Αυτή που με τον Μίχελς και τον Κρόιφ σημαιοφόρους, στις μέρες του μεγάλου Άγιαξ  στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, μετέτρεψε το ποδόσφαιρο από ασπρόμαυρο σε έγχρωμο για να ακολουθήσει όλη η  εξέλιξη μέχρι σήμερα. Το ποδόσφαιρο έχει τους δικούς του κανόνες και όποιος δεν τους τηρεί, είναι καταδικασμένος να παρακολουθεί, αλλά να μην συμμετέχει στις εξελίξεις. Και σαν ένα φόρο τιμής στον Νέεσκενς, θα πάω πίσω να σας εξηγήσω λίγο το πότε ο ρόλος του αμυντικού χαφ έγινε αντιληπτός έως σημαντικός. Και εκεί βρίσκουμε τον συναντάμε!  Γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος.



Από τον Νέεσκενς στον Ρόδρι: Ένα ρέκβιεμ στον ξανθομάλλη Ολλανδό, που άλλαξε για πάντα τη θέση του αμυντικού χαφ!

Για  μία ακόμη φορά,  σημείο αναφοράς σε μια αλλαγή του ποδοσφαίρου είναι η υπερομάδα  του  Άγιαξ και του Total Football. Ήταν τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '70 και μέχρι τότε, αρκούσε να έχεις ένα «σκυλί» που να καταστρέφει. Ο Ρίνους Μίχελς, μαζί με τα υπόλοιπα που επινόησε, κατάλαβε πως ο μοντέρνος Ευρωπαίος αμυντικός χαφ, πρέπει να είναι κάποιος που κόβει, αλλά και δημιουργεί! Και ήταν ευλογημένος, γιατί είχε στη διάθεση του τον Γιόχαν Νέεσκενς.

Ο ξανθομάλλης Ολλανδός μέσος ήταν άλλη ποδοσφαιρική ράτσα! Μέχρι τότε, οι αμυντικοί χαφ που πρωταγωνιστούσαν, όπως οι Νόμπι Στάιλς, Ρίσμαν, Χάντερ, Οριάλι, Τραπατόνι, Θουνθουνέγκι, Στόρεϊ, Μοράις, ήταν παίκτες που έτρεχαν ασταμάτητα, δίνοντας τα… πόδια στο χέρι του αντιπάλου.

Αντίθετα με αυτούς, ο Νέεσκενς ήταν ένας ολοκληρωμένος παίκτης, που δεν έκοβε μονάχα, αλλά δημιουργούσε μόλις έβρισκε τον χώρο! Μόλις ο Στέφαν Κόβατς διαδέχτηκε τον Μίχελς το 1971, είδαμε την εικόνα της πιο μοντέρνας ποδοσφαιρικής μηχανής που εμφανίστηκε στον πλανήτη, από τη γέννηση του ποδοσφαίρου τον 19ο αιώνα, μέχρι τα '70s. Η κίνηση που άλλαξε τα πάντα από τον Κόβατς, ήταν πως έβαλε τον ΆριΧάαν ως ένα δεύτερο αμυντικό χαφ, περίπου δέκα χρόνια πριν οι υπόλοιποι αντιληφθούν το πώς άλλαζε το ποδόσφαιρο! Ο Νέεσκενς σούταρε δυνατά επίσης στα πέναλτι αλλάζοντας το στυλ των χτυπημάτων μέχρι τότε επιλέγοντας  πάντα το κέντρο της εστίας και έτσι σκόραρε και στον τελικό του Μουντιάλ το 1974 στο πρώτο λεπτό. Η Ολλανδία μετά ηττήθηκε από τους Γερμανούς 2-1 και ο Νέεσκενς  έχασε κι άλλον έναν τελικό τέσσερα χρόνια αργότερα στην Αργεντινή, αλλά την συμβολή  στο πως αλλάζει το ποδόσφαιρο γύρω του την είχε ήδη κάνει!

Ο Χάαν ήταν ένα πολυεργαλείο, με μυαλό και με πόδια-φωτιά, αφού μπορούσε να σουτάρει από τα 25 ή 30 μέτρα σκοράροντας! Και όταν ο Άγιαξ ντυνόταν... εθνική Ολλανδίας, ο Χάαν έπαιζε και λίμπερο, στη θέση του αναντικατάστατου στον «Αίαντα», Γερμανού Μπλάκενμπουργκ, ο οποίος με τη σειρά του, δεν έγινε ποτέ διεθνής, γιατί έπεσε πάνω στον μοναδικό, Φραντς Μπεκενμπάουερ!

Τότε, στη δεκαετία του '70, το ποδόσφαιρο στην Ευρώπη άλλαζε  μορφή. Στη Λατινική Αμερική, με τον υπέρμετρο φανατισμό στο παιχνίδι, ο ρόλος του αμυντικού χαφ είχε αρχίσει από τη δεκαετία του '60 να αποκτά ξεχωριστή σημασία. Επειδή τα «δρεπάνια» δεν άφηναν χώρο και χρόνο για να κάνει παιχνίδι το «δεκάρι», έπρεπε οι προπονητές να βρουν αντίδοτα. Ο Κλοντοάλντο, στη μεγάλη Βραζιλία του '70, είχε την ικανότητα να φτιάχνει και όχι να καταστρέφει, αλλά εκεί, ποιον να προλάβαινες από τους υπόλοιπους να περιορίσεις; Ο Μίλτον Βιέρα στην Ουρουγουάη του '66, στο Μουντιάλ της Αγγλίας, το έκανε ήδη. Και όταν τον έφερε ο αείμνηστος Νίκος Γουλανδρής στον Ολυμπιακό το 1972, έδειξε πολύ γρήγορα τι σημασία είχε να μπορείς σε αυτή τη θέση να χρησιμοποιείς το μυαλό σου. Ήταν ο κορυφαίος αμυντικός χαφ που είχαμε δει από κοντά στην Ελλάδα και η παρουσία του, έδωσε σε πολλούς Έλληνες παίκτες την ευκαιρία να μάθουν. Δεν είναι τυχαίο, πως στην πρώτη ελληνική ομάδα που χρησιμοποίησε αμυντικούς χαφ και όχι έναν απλά στο ρόλο, ο Βιέρα άλλαξε τις ισορροπίες!

Ήταν η ΑΕΚ του Φράντισεκ Φάντρονκ που έπαιξε ποδόσφαιρο πολύ μπροστά από την εποχή της, και ο Τσεχοολλανδός, που ήταν προπονητής της Εθνικής Ολλανδίας σχεδόν για τρία χρόνια, ήδη στο μυαλό του είχε το σύγχρονο στυλ, με το που ήρθε στην Ελλάδα, μετά από πρόταση του Λουκά Μπάρλου το 1974.

Μόλις η «Ένωση» πήρε τον εξαιρετικό Τάκη Νικολούδη, τον έβαλε μαζί με τον πολυτάλαντο Διονύση Τσάμη, να κάνουν αυτή τη δουλειά και το 1977, όταν ο Βιέρα έμεινε ελεύθερος από τον Ολυμπιακό, τον απέκτησε με τη μία. Δεν πρόλαβε να χαρεί το δημιούργημά του, αφού απολύθηκε στο ξεκίνημα εκείνης της σεζόν, αλλά η ΑΕΚ του 1977-78, που έκανε νταμπλ και έπαιξε εκπληκτική μπάλα με τον Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι στον πάγκο, χρωστούσε σε εκείνη την έμπνευση του Φάντρονκ πάρα πολλά! Και παρεμπιπτόντως, εδώ να καταλάβουμε πως το να κατακτάς κάποιους τίτλους είναι πολύ σημαντικό. Το να έχεις, όμως, μία ποδοσφαιρική φιλοσοφία, είναι εξίσου σημαντικό και ο Φάντρονκ, που πήγε την ΑΕΚ μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ το 1976-77, έβαλε ξεκάθαρα την σφραγίδα του στο ελληνικό ποδόσφαιρο στη δεκαετία του '70 και ας μην είχε κερδίσει κάποιον τίτλο.

Σιγά - σιγά στη δεκαετία του '80, οι ελληνικές ομάδες κατάλαβαν την ανάγκη των δύο αμυντικών χαφ. Μόνο που κάποιες πήγαν με το ιταλικό μοντέλο, που χρησιμοποιήθηκε στο ισπανικό Μουντιάλ του '82. Τότε ο Εντζο Μπέαρτζοτ χρησιμοποίησε ένα σύστημα από το μπάσκετ: τη συνδυασμένη άμυνα ζώνης με αρκετά ατομικά μαρκαρίσματα. Του χάρισε τον τίτλο από το πουθενά, επειδή η Ιταλία την κατάλληλη στιγμή και με τα γκολ του Πάολο Ρόσι, που αφυπνίστηκε έπειτα από δύο χρόνια απραξίας λόγω της τιμωρίας του για συμμετοχή στο σκάνδαλο με τα παράνομα στοιχήματα, νίκησε τη Βραζιλία, την Πολωνία και τη Δυτική Γερμανία.

Πολλοί προπονητές «είδαν» ως κλειδί τα αμυντικά χαφ (Οριάλι και Μαρίνι), που δεν έφτιαχναν παιχνίδι, αλλά μόνο κατέστρεφαν με παρουσία ως τρίτου στον ίδιο ρόλο, του Μάρκο Ταρντέλι. Αν και την ίδια στιγμή στο ισπανικό Μουντιάλ υπήρχαν πολύ πιο ενδιαφέρουσες -αγωνιστικά- προτάσεις, όπως της Βραζιλίας του Τέλε Σαντάνα, η οποία, αν και αγωνίστηκε καταπληκτικά, έμεινε χωρίς τίτλο, καθώς και της Αγγλίας του Ρον Γκρίνγουντ, που παρά την εξαιρετική παρουσία της, αποκλείστηκε τελικά αήττητη! Οι Βραζιλιάνοι είχαν τον Φαλκάοκαι τον Σερέζο, δύο σπουδαίους μπαλαδόρους, με ικανότητα να κόβουν και να δημιουργούν. Ακόμη και τα «λιοντάρια», είχαν τον Μπράιαν Ρόμπσονκαι τον Ρέι Γουίλκινς, σαν αμυντικά χαφ.

Την κορυφαία ισορροπία στα χαφ εκείνη την περίοδο, όμως, την είχε η Γαλλία του Μισέλ Ινταλγκό. Με τον Τιγκανά και τον Ζενγκινί (που αντικατέστησε μετά την ήττα από την Αγγλία τον Λαριός) κάλυπτε τα νώτα του Πλατινί και του Ζιρές, δημιουργώντας κάτι απόλυτα καινούργιο.

Η κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος δύο χρόνια αργότερα στην έδρα τους, έδωσε στους Γάλλους την ευκαιρία να αναδείξουν το νέο σύστημα του 4-5-1, που δεν μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς δύο καλούς αμυντικούς χαφ που να ξέρουν μπάλα. Και με τον Πλατινί να σκοράρει εννιά φορές (ρεκόρ μέχρι και σήμερα), σε ένα ρόλο που στο σημερινό ποδόσφαιρο είναι συνηθισμένος, αλλά 40 χρόνια πριν, ήταν άκρως πρωτοποριακός, η κατάκτηση του EURO 1984 έγινε μόνο με νίκες!

Την ίδια εποχή σε συλλογικό επίπεδο, ξεχώριζαν οι αγγλικές ομάδες, που είχαν ήδη καταλάβει τη διαφορά. Η Λίβερπουλ, με άξονα τον δυναμικό Γκρέιαμ Σούνες, που ήταν και ο καλύτερος πασαδόρος στη Βρετανία, πήρε τέσσερα Κύπελλα Ευρώπης σε επτά χρόνια, με διάφορους παρτενέρ στον ρόλο (Κέιζ, Μακ Ντέρμοτ, Κρεγκ Τζόνστον), ενώ η Άστον Βίλα, χάρη στην ενεργητικότητα και την ικανότητα να σκοράρουν οι χαφ της, Μόρτιμερ και Κάουανς, έφτασε και αυτή στην κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Η πιο καλή εφαρμογή, όμως, γινόταν από την Έβερτον του Χάουαρντ Κένταλ, που διέθετε τον γεννημένο ball winner, Πίτερ Ριντ, μαζί με τον Τρέβορ Στίβεν σε αυτόν τον ρόλο. Η τιμωρία των αγγλικών ομάδων, λόγω Χέιζελ το 1985, στέρησε στους «εβερτόνιανς» την κατάκτηση της κορυφής, που έμοιαζε θέμα χρόνου.

Η Ρόμα με Φαλκάο και Σερέζο, έκανε την υπέρβαση, φτάνοντας στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, η Γιουβέντους είχε «παντρέψει» ιδανικά τον Ταρντέλι με τον Μπονίνι, κατακτώντας Κυπελλούχων και Πρωταθλητριών και η Ρεάλ Μαδρίτης «επέστρεψε» στον ποδοσφαιρικό χάρτη με δύο ΟΥΕΦΑ, χάρη στην ποιότητα του Μίτσελ, αλλά και του Γκορντίγιο. Μέχρι και η Μπενφίκα, που είχε 15 χρόνια να φανεί στο προσκήνιο, με τεχνικό τον (νεαρό τότε) Σβεν Γκιόραν  Ερικσον, έπαιξε τελικό στο ΟΥΕΦΑ, διαθέτοντας τον Σέου και τον Κάρλος Μανουέλ.

Τη σημαία της άλλης πλευράς κράτησε ψηλά η Αργεντινή. Όχι τόσο το 1986, τότε που ο Μαραντόνα πήρε σχεδόν μόνος του εκείνο το Μουντιάλ, όσο το 1990, που πήγε την ομάδα στον τελικό και γύρω του οι άλλοι υπήρχαν σαν νεροκουβαλητές! Ο Μπουρουσάγκα και ο Μπατίστα ήταν καλά χαφ το 1986 και ο Βαλντάνομπροστά εξαιρετικός, αν του έδινες χώρο. Οι πιο πολλοί προπονητές, όμως, το μόνο που «εισέπραξαν» από την ομάδα του Κάρλος Μπιλάρδο το 1990 στην Ιταλία, ήταν η κυνικότητα. Το εναλλακτικό μοντέλο ήταν αυτό της Ολλανδίας. Της χώρας, που όπως και το 1971 με τον Άγιαξ, ήρθε να δώσει πάλι τη λύση με τον Ρίνους Μίχελς!

Ο Ρίνους Μίχελς στη μέση με τους Διόσκουρους Κρόιφ και Νεεσκενς

Πρώτα με την εθνική ομάδα στα γερμανικά γήπεδα το 1988, όταν κατέκτησε τον τίτλο πανάξια, και μετά στη Μίλαν, όταν ο επαναστατικός ΑρίγκοΣάκι βασίστηκε στο ολλανδικό μοντέλο! Ο Ράικαρντ με τον Κούμαν δεν ήταν απλά αμυντικοί, αλλά και χαφ, ο Φάνενμπουργκ μοίραζε και έκοβε, και ο Φαν Μπάστεν με τον Γκούλιτ… πετούσαν. Την ίδια εποχή και η Ντιναμό Κιέβου, όπως και η Σοβιετική Ένωση υπό τις οδηγίες του Λομπανόφσκι, ακολουθούσαν αυτό το μοντέλο με τους Γιακοβένκο, Γιάρεμτσουκ και Λιτόβτσενκο.

Η Μίλαν του Μπερλουσκόνι, όμως, έφερε την καινούργια επανάσταση, επειδή ο χαρισματικός Αρίγκο Σάκι σκέφτηκε να ενσαρκώσει τη σκέψη των παικτών, που είναι polivalenti (πολυεργαλεία), όπως τους αποκαλούσε. Είχε την τύχη να διαθέτει τον Κάρλο Αντσελότι, ένα πειθαρχημένο και ταλαντούχο χαφ, που στη Ρόμα, ο σπουδαίος δάσκαλος Νιλς Λίντχολμ, τον είχε μάθει και να μαρκάρει, και να μοιράζει την μπάλα, και έλεγε πως είναι γεννημένος προπονητής! Και δικαιώθηκε!

Ο Σάκι έβαλε τον Αντσελότι δίπλα στον πληθωρικό Ράικαρντ και από εκεί άλλαξε το συλλογικό ποδόσφαιρο της δεκαετίας του '90. Εκείνη η Μίλαν, που πήρε τα πάντα, παρέμεινε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2010, που η Ρεάλ πήρε τρία σερί, η τελευταία ομάδα που κατέκτησε συνεχόμενα Πρωταθλητριών! Για να το πετύχει, βρήκε τον Αλμπερτίνι, που προστέθηκε μετά, και ήταν επίσης πολυεργαλείο. Ο Καπέλο το συνέχισε και η Μίλαν διατήρησε την ικανότητα να έχει αμυντικούς χαφ, για να κόβουν, αλλά και να μοιράζουν.

Από τότε έπαψε το δίλημμα. Όποιοι είχαν καλούς αμυντικούς χαφ, πήγαν μακριά. Από τη Γιουβέντους του Λίπι και την Γαλλία του '98 και του 2000 (με κοινό άξονα τη παρουσία του Ντιντιέ Ντεσάν), έως τον Άγιαξ του Φαν Χάαλ, και από τη Βραζιλία του 1994 και του 2002, τη Ρεάλ που μας παρουσίασε την κορυφαία εκδοχή του σύγχρονου αμυντικού χαφ, στο πρόσωπο του Ρεδόνδο, αλλά και με τον ακούραστο Μακελελέ, έως την Άρσεναλ με τον Βιεϊρά και κατόπιν τον Φάμπρεγκας, τα συμπεράσματα είναι ίδια.

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, που είχε στο πρόσωπο του Ρόι Κιν την ηγετική φυσιογνωμία και αργότερα τον Κάρικ και τον Φλέτσερ, η Πόρτο του Μανίς και του Κοστίνια, η Λίβερπουλ του Τζέραρντ και του Τσάμπι Αλόνσο, η Τσέλσι του Λαμπάρντ και του Εσιέν, η Ίντερ του Καμπιάσο και του Ζανέτι, ακόμη και η Ελλάδα του 2004, που στηρίχτηκε στον Ζαγοράκη, αλλά και στους υπόλοιπους χαφ (Μπασινά, Κατσουράνη, Καραγκούνη), ο κανόνας δεν είχε εξαιρέσεις. Ο Λίπι, με το τρικ των τριών αμυντικών χαφ, οδήγησε την Ιταλία στην κατάκτηση του Μουντιάλτο 2006, αλλά η πολυτέλεια, ο ένας να είναι ο ιδιοφυής Πίρλο, έκανε τα πάντα πιο εύκολα!

Φυσικά, η απόλυτη επιτομή του αμυντικού χαφ μπαίνοντας στον 21ο αιώνα, ήταν ο (μόλις αποπεμφθείς από τον Αστέρα Τρίπολης) Κλοντ Μακελελέ. Η Ρεάλ πήρε τίτλους μαζί του, αλλά στην ομάδα των «γκαλάκτικος» το 2003 θυσιάστηκε, επειδή δεν πουλούσε φανέλες! Τον έδωσαν στην Τσέλσι, που άρχιζε να κάνει την εμφάνιση της δυναμικά με Ρανιέρι, και μετά με Μουρίνιο, ενώ η Ρεάλ «ξέχασε» για 12 χρόνια το πώς μπορεί κάποιος να κατακτήσει το Champions League!

Ο Γάλλος αμυντικός μέσος έκανε τη θέση δική του, αναγκάζοντας κάποια στιγμή τον Ζιντάν να πει πως όλοι θα ήθελαν έναν τέτοιο συμπαίκτη!

Η Μπαρτσελόνα και η Ισπανία των θριάμβων από το 2008 και έπειτα, έπεισαν και τον τελευταίο δύσπιστο για την ανάγκη των χαφ, όπως οι Τσάβι και Ινιέστα, να έχουν πίσω τους τον Σένα (απόλυτο MVP το 2008) και κυρίως τον Μπουσκέτς από το 2010 και μετά. Η δεκαετία του 2010 έβγαλε πάρα πολλούς σπουδαίους αμυντικούς χαφ και περιπτώσεις όπως του Καντέ, έγιναν σημείο αναφοράς. Ο Καζεμίρο ήταν το κλειδί της Ρεάλ των τριών σερί Champions League και δεν είναι τυχαίο πόσα χρήματα πλήρωσε η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πρόπερσι για να τον αποκτήσει!

Και όσο περνάει ο καιρός, βλέπουμε πως οι ομαδες θέλουν κάποιους που να είναι πραγματικά πολυεργαλεία. Σαν τον Ρόδρι, ο όποιος ήταν πολύ άτυχος πρόσφατα με σοβαρό   τραυματισμό, αλλά ήταν ο MVP του EURO και για μένα το φαβορί για τη Χρυσή Μπάλα. Ο Ισπανός είναι  ένα τέτοιο σημείο αναφοράς! Από τα πόδια του περνάνε τα πάντα στη Μάντσεστερ Σίτι, που είχε την χαρά και την ευτυχία να έχει για έξι χρόνια στο ρόστερ της και έναν παίκτη όπως ο Γκιντογκάν, που μπορούσε εύκολα να αλλάζει ρόλους στην καριέρα του και να βοηθάει πιο πίσω, ωστόσο και να σκοράρει! Δεν είναι υπερβολή να πει κάποιος, πως ένα από τα μεγαλύτερα λάθη του Πεπ (από τα ελάχιστα που έχει κάνει στην καριέρα του) ήταν που άφησε τον Ρόδρι στο Πόρτο στον τελικό του 2021 με την Τσέλσι, εκτός ενδεκάδας!

Το ποδόσφαιρο αλλάζει διαρκώς και εξελίσσεται, και βλέπουμε πόσο ψηλά έφτασαν τα χρήματα, για να αποκτηθούν παίκτες που παίζουν ως εξάρια! Ο Καϊσέδο και ο Έντσο Φερνάντες στην Τσέλσι που κόστισαν πολύ, όπως και ο  Ράις στην Άρσεναλ.

Οι αμυντικοί χαφ που είναι πολυεργαλεία σε πάνε μακριά. Όλοι όμως ήταν τα  «παιδιά του Νέεσκενς», όπως τους είχε αποκαλέσει κάποτε ο Γιόχαν Κρόιφ, και ο ρόλος άλλαξε  πλήρως μετά την έλευση ενός τόσο χαρισματικού παίκτη όπως ήταν ο Νέεσκενς! Ο  Θεός ας αναπαύσει τη ψυχή του!